Αντίνοος Αλμπάνης: «Η Πολιτεία έχει παραγκωνίσει τον κλάδο μας. Δεν ασχολείται και πολύ με εμάς»
Μετά τον τηλεοπτικό Maestro του Χριστόφορου Παπακαλιάτη, ο Αντίνοος Αλμπάνης πρωταγωνιστεί αυτή την περίοδο στη θεατρική παράσταση «Κάποιος να με προσέχει» του Φρανκ ΜακΓκίνες σε σκηνοθεσία της Αθανασίας Καραγιαννοπούλου. Το θεατρικό έργο φιλοξενείται τώρα στο Σύγχρονο Θέατρο στο Γκάζι, αφού παρουσιάστηκε με μεγάλη επιτυχία, για τρεις περίπου μήνες, στο θέατρο Αυλαία στη Θεσσαλονίκη.
Βασίζεται σε μια αληθινή ιστορία ομηρίας τη δεκαετία του ’80 και διαδραματίζεται στο Λίβανο, την εποχή που τρομοκράτες και επαναστατικές ομάδες έκαναν αιφνίδιες απαγωγές. Στο επίκεντρο τρεις όμηροι (ένας Άγγλος, ένας Ιρλανδός κι ένας Αμερικανός) που είναι έγκλειστοι σ’ ένα κελί, υπό το άγρυπνο βλέμμα των τρομοκρατών – απαγωγέων τους. Η προσπάθειά τους ν’ αντέξουν τις κακουχίες και την αγωνία του θανάτου, εκδηλώνεται με δαιμονικό χιούμορ ή με «παιχνίδια» διαφυγής. Μέσα από συγκρούσεις ή συναισθηματικές εξάρσεις, οι τρεις τους θα αγαπήσουν ο ένας τον άλλο και θα δεθούν με ισχυρότερα δεσμά και από τις αλυσίδες που τους κρατούν.
Ο Ιρλανδός συγγραφέας διερευνά τις στρατηγικές επιβίωσης του ανθρώπου μέσα σε συνθήκες τρόμου, υπενθυμίζοντας ότι είμαστε πιο δυνατοί, όταν είμαστε ενωμένοι. Περιγράφει τους μηχανισμούς που υιοθετούν οι τρεις κρατούμενοι για να αντέξουν την πλήξη του ατέρμονου εγκλωβισμού τους, τη φιλία, την εξάρτηση που αναπτύσσεται μεταξύ τους, καθώς και τη συνταραχτική πραγματικότητα όταν ο αναπόφευκτος χωρισμός θα έρθει.
Μιλήσαμε με τον Αντίνοο Αλμπάνη για το θεατρικό έργο, για αυτούς που έχουμε γύρω μας και μας προσέχουν, για την υποβάθμιση των καλλιτεχνικών σπουδών που φέρνει το Προεδρικό Διάταγμα 85, αλλά και το τι συμβαίνει τον τελευταίο καιρό στα social media.
– Τρεις άνδρες διαφορετικής εθνικότητας αιχμάλωτοι σε ένα κελί της Βηρυτού. Τι τους φέρνει κοντά και τι τους χωρίζει;
Αυτό που τους ενώνει πρωτίστως είναι η δυτική τους καταγωγή. Αυτό είναι αρκετό για τους Ανατολίτες, ώστε να φαίνονται στα μάτια τους, το ίδιο και οι τρεις. Αυτό δεν ισχύει βέβαια, γιατί οι άνθρωποι του δυτικού πολιτισμού διαφέρουμε πολύ μεταξύ μας. Ακόμη κι αν μιλάμε την ίδια γλώσσα, ακόμη κι αν προερχόμαστε από την ίδια χώρα, έχουμε διαφορετική νοοτροπία, διαφορετική κουλτούρα, παιδεία, προέλευση. Είμαστε πολύ διαφορετικοί μεταξύ μας. Επίσης αυτό που ψάχνουμε να βρούμε συνήθως είναι αυτό που μας χωρίζει και όχι αυτό που μας ενώνει. Αυτοί οι τρεις λοιπόν αναγκάζονται να συμβιώσουν, κλεισμένοι σε μια φυλακή, κάτω από αντίξοες συνθήκες. Δεν γνωρίζουν τι πρόκειται να συμβεί, αν θα ζήσουν ή θα πεθάνουν. Αυτή η διαδικασία τους φέρνει κοντά και τους οδηγεί να ρίξουν τα τείχη της διαφορετικότητάς τους. Να βρουν τον ελάχιστο κοινό παρονομαστή που τους ενώνει. Να μπορέσουν να επικοινωνήσουν και να συμφωνήσουν ότι πρέπει να αντιμετωπίσουν από κοινού τη δύσκολη συνθήκη στην οποία βρίσκονται. Η μόνη έξοδος διαφυγής τους είναι μέσα από παιχνίδια φαντασίας, ιστορίες, μέσα από το παρελθόν τους. Έτσι καταφέρνουν να αγαπηθούν και να γίνουν ο ένας για τον άλλο, και μητέρα και πατέρας κι αδελφός.
– Ερμηνεύεις έναν Ιρλανδό, τον Έντουαρντ. Πώς θα τον περιέγραφες;
Πρέπει να ομολογήσω ότι δεν γνώριζα αρκετά για τους Ιρλανδούς. Ανακάλυψα λοιπόν ότι έχουν πολλά κοινά στοιχεία με εμάς τους Έλληνες. Το ταμπεραμέντο τους μοιάζει με αυτό των μεσογειακών λαών. Επίσης είναι εντυπωσιακό πόσο διαφορετικοί είναι από τους υπόλοιπους Αγγλοσάξονες. Είναι σαν να υπάρχει μια μαύρη τρύπα εκεί που βρίσκεται η Ιρλανδία (γέλια), που διαχωρίζει τους κατοίκους αυτής της χώρας από την υπόλοιπη Βόρεια Ευρώπη. Έχουμε λοιπόν πολλά κοινά χαρακτηριστικά στον τρόπο έκφρασης. Οι Ιρλανδοί δεν κρατούν τα προσχήματα, όπως κάνουν οι Άγγλοι για παράδειγμα. Υπάρχει επίσης με τους Βρετανούς αυτή η αιώνια κόντρα, που ξεκινά από τότε που η Ιρλανδία ανήκε στην Βρετανία και φτάνει μέχρι σήμερα με το ρόλο του IRA. Όλη αυτή η μακραίωνη ιστορία έχει εγγράψει πολλά στις ψυχές των ανθρώπων.
Αυτή τη διαμάχη τη βλέπουμε και επί σκηνής. Εγώ λοιπόν ερμηνεύω έναν πολεμικό ανταποκριτή, που άφησε την οικογένειά του για να καλύψει τον πόλεμο στη Μέση Ανατολή. Είναι ένας άνθρωπος που ρισκάρει τα πάντα στη ζωή του σε μια περιοχή που τα πράγματα είναι πολύ σκληρά και άγρια. Είναι ένας σκληρός, κυνικός τύπος που καταλήγει πολλές φορές να φέρεται άγαρμπα στους άλλους δύο. Προβάλλει με έναν στρεβλό τρόπο την αρρενωπότητά του πάνω στους άλλους, γιατί αρνείται να έρθει σε επαφή με εκείνο το κομμάτι του που είναι πιο ευαίσθητο και τρυφερό. Αυτό υπάρχει μέσα του και βλέπουμε σιγά-σιγά να έρχεται στην επιφάνεια. Ο Έντουαρντ κάμπτεται σταδιακά και καταλήγει στο φινάλε να γίνει σαν τους άλλους. Οι μάσκες και οι αντιστάσεις πέφτουν και δεν έχει ανάγκη πλέον να αποδείξει ότι είναι το Alpha Male της αγέλης. Δεν χρειάζεται να αποδείξει ότι είναι ο πιο γερός, ο πιο σκληρός, ο πιο ετοιμοπόλεμος από όλους. Απλώνει το χέρι του και δέχεται να ζητήσει βοήθεια.
– Οι τρεις τους προσπαθούν να διαχειριστούν την αιχμαλωσία τους με χιούμορ και διακωμωδώντας διάφορα γεγονότα ή επινοώντας ιστορίες, παρόλο το δράμα που βιώνουν. Αισθάνεσαι ότι το χιούμορ είναι ένα όπλο για να διαχειριστούμε ακραίες καταστάσεις στη ζωή μας;
100%. Δεν χρειάζεται να φτάσουμε σε τέτοιες ακραίες συνθήκες για να το καταλάβουμε. Μπορούμε να το δούμε σε μια κηδεία ή σε ένα νοσοκομείο, που έχουμε κάποιον δικό μας και περιμένουμε απέξω στην αίθουσα αναμονής. Σε αυτές τις περιπτώσεις το πρώτο πράγμα που κάνουμε είναι να καταφεύγουμε στο χιούμορ. Πολλές φορές μάλιστα στο μαύρο χιούμορ, γιατί είναι αυτό που μας αποφορτίζει. Μας κάνει να ξεχάσουμε τη δυστυχία της στιγμής και τη δυσκολία της κατάστασης για να νιώσουμε λιγάκι πιο άνθρωποι. Το χιούμορ λειτουργεί πάντα ευεργετικά στους ανθρώπους, ειδικά σε δύσκολες και σκληρές συνθήκες.
– Ο τίτλος της παράστασης αντλεί έμπνευση από το τραγούδι της Έλλα Φιτζέραλντ «Some who ’ll watch over me». Είναι ένα ερωτικό τραγούδι. Τι διάσταση παίρνει για αυτούς τους τρεις άνδρες;
Υπάρχει μια ερωτική διάσταση στη σχέση που αναπτύσσεται μεταξύ των τριών στο κελί, γιατί το να προσέχεις κάποιον, απαιτεί μια βαθιά και ουσιαστική αγάπη. Προϋποθέτει μια λατρεία. Αυτές είναι έννοιες που εντοπίζουμε συνήθως στις ερωτικές σχέσεις. Ακόμη και μια μάνα που φροντίζει το παιδί της, αν βγάλουμε το σεξουαλικό κομμάτι, είναι μια ερωτική σχέση. Γι’ αυτό πιστεύω ότι δεν είναι τυχαία η επιλογή αυτού του τραγουδιού από τον συγγραφέα, ώστε να είναι ο τίτλος του θεατρικού του έργου. Οι τρεις νοιάζονται ο ένας για τον άλλον, βοηθιούνται να αντέξουν την ακραία συνθήκη την οποία βιώνουν.
– Υπήρξε κάποιος στη ζωή σου ή υπάρχει σήμερα που σε βοήθησε να αντέξεις μια δύσκολη εμπειρία, να μην σπάσεις;
Το θέμα δεν είναι να σπάσεις ή να μην σπάσεις. Το θέμα είναι να έχεις στη ζωή σου κάποιον να σε προσέχει, να έχεις δίπλα σου κάποιον να σε στηρίζει. Να σε νοιάζεται και να σε έχει έγνοια. Είχα δίπλα μου ανθρώπους, φίλους, οικογένεια, συγγενείς, σχέσεις κατά καιρούς, που κάνουν αυτό ακριβώς. Δεν το έκαναν για να μην σπάσω, αλλά γιατί ήθελαν να είναι εκεί μαζί μου στη διαδρομή. Αυτό ακριβώς έχει σημασία και στο έργο. Δεν έχει σημασία το φινάλε, αλλά το τι γίνεται στη διαδρομή, ανάμεσα σε αυτούς τους τρεις χαρακτήρες. Αυτό το διάστημα που διήνυσαν μαζί, τι τους γέννησε, πώς τους άλλαξε, τους έφερε κοντά και τους έκανε να αγαπηθούν. Δεν έχει δηλαδή σημασία αν θα λυγίσουν ή θα μείνουν όρθιοι.
– Τι τους σώζει λοιπόν σε αυτή τη δύσκολη διαδικασία επιβίωσης;
Τους σώζει το βλέμμα του διπλανού. Βλέπουν τη διαύγεια στο μυαλό του διπλανού τους, και δεν τρελαίνονται, παραμένουν εχέφρονες. Υπάρχει ένας ώμος, ένα χέρι που μπορούν να ακουμπήσουν ή να πιάσουν για να κρατηθούν. Όλα αυτά τα μικρά που τα θεωρούμε δεδομένα και περιττά στη ζωή μας, γιατί έχουμε μάθει να είμαστε αυτάρκεις. Μας έχουν εκπαιδεύσει να είμαστε δυνατοί, αλλά όλα αυτά είναι σπουδαία και σημαντικά και είναι ο λόγος που δημιουργούμε δεσμούς, κοινωνίες, οικογένειες.
– Οι τρεις τους αναπτύσσουν μια στρατηγική επιβίωσης, μέσω αυτών των τελετουργιών που εφαρμόζουν. Πόσο αναγκαίο είναι να αναπτύξουμε κάτι αντίστοιχο στη σύγχρονη εποχή;
Το κάνουμε αναπόφευκτα. Είναι κάτι που συμβαίνει από μόνο του. Κοίτα για παράδειγμα την πανδημία, που ήταν ένας εγκλεισμός. Μπορούμε να τον παραλληλίσουμε με τον εγκλεισμό αυτών των τριών στο κελί, γιατί και στις δύο περιπτώσεις κάποιον μας ανάγκασε να μείνουμε μέσα. Κάποιος μας απαγόρευσε να κυκλοφορούμε, να πηγαίνουμε για καφέ, να βρισκόμαστε με τους δικούς μας ανθρώπους. Σε αυτή την περίοδο του lockdown, σκέψου πόσους τρόπους εφηύραμε για να μπορέσουμε να είμαστε κοντά, να επικοινωνούμε. Κτίστηκαν τεχνολογικοί κολοσσοί που έβγαλαν εκατομμύρια από αυτή την ανάγκη μας, όπως για παράδειγμα το zoom. Ξαφνικά βλέπαμε να γίνονται εικονικές παραστάσεις, εκθέσεις, διοργανώσεις, συναντήσεις. Όλα αυτά για να δίνουμε ο ένας στον άλλον την ψευδαίσθηση της συντροφιάς, της εγγύτητας, της παρέας.
– Η παράσταση σημείωσε μεγάλη επιτυχία στη Θεσσαλονίκη και το ίδιο συμβαίνει και τώρα στην Αθήνα. Πού νομίζεις ότι οφείλεται;
Παρόλο που επιφανειακά μπορεί να έχει κάποιος την εντύπωση ότι δεν τον αφορά τι συμβαίνει σε ένα κελί με τρεις ομήρους στο Λίβανο, είναι ένα κείμενο που μιλάει για πολύ ουσιαστικά ζητήματα, όπως η ανάγκη για αποδοχή και συντροφιά και η παραδοχή ότι έχουμε ανάγκη από κάποιον να μας προσέχει. Αυτό είναι τόσο πανανθρώπινο και διαχρονικό που γοητεύει τον κόσμο.
– Ήταν τολμηρό βήμα να ξεκινήσετε από την Θεσσαλονίκη;
Θεωρώ ότι είναι καλό να υπάρχει μια πολιτιστική αποκέντρωση. Ήταν ιδανικές συνθήκες αυτές που βιώσαμε στην πόλη και αυτό οφείλεται στο ότι βρήκαμε εκεί τους εξαιρετικούς παραγωγούς της παράστασης. Δουλέψαμε τέλεια. Επίσης έτσι όπως έχει γίνει η θεατρική πραγματικότητα στην Αθήνα, για να μπορέσουν να επιβιώσουν τα θέατρα, λειτουργούν με μια λογική σούπερ μάρκετ. Φιλοξενούν πάρα πολλές παραγωγές, που δεν σε αφήνει να δουλέψεις με τον τρόπο που είχαμε μάθει να δουλεύουμε πριν δύο δεκαετίες, όπου είχες μια σκηνή μόνο για τη δική σου παραγωγή. Σήμερα πρέπει να κάνεις 2,5 ώρες πρόβα, να μαζέψεις τα πράγματα για να μπει ο επόμενος θίασος και μετά να ακολουθήσει κάποιος τρίτος. Όλα αυτά με την ψυχή στο στόμα. Έτσι είναι πλέον οι συνθήκες. Στη Θεσσαλονίκη λοιπόν μας δόθηκε αυτή η τεράστια πολυτέλεια να μπορέσουμε να εργαστούμε, όπως είχαμε μάθει να εργαζόμαστε στα 00’s.
– Ας δούμε τη σημερινή καλλιτεχνική πραγματικότητα της Ελλάδας. Πώς βλέπεις το ζήτημα που έχει δημιουργηθεί με το προεδρικό διάταγμα και την υποβάθμιση των καλλιτεχνικών σπουδών;
Θα σε πάω ξανά πίσω στο lockdown. Την εποχή που οι διάφορες υπηρεσίες άρχισαν να δίνουν τα επιδόματα στους εργαζόμενους διαφόρων κλάδων, στη δική μας περίπτωση ψάχνονταν ένα μήνα για να βρουν πού ανήκουν οι καλλιτέχνες, αν δικαιούνται επίδομα. Βλέπεις ότι η Πολιτεία έχει παραγκωνίσει τον κλάδο μας. Μας έχει βάλει στην άκρη και δεν ασχολείται και πολύ με εμάς. Δεν μιλάω φιλοσοφικά ή θεωρητικά. Πρακτικά μιλάω. Δεν έχει να κάνει μόνο με τη συγκεκριμένη κυβέρνηση, αλλά με όλες τις κυβερνήσεις μεταπολιτευτικά. Δεν έχει δώσει τη δέουσα προσοχή στο σύγχρονο πολιτισμό. Εκεί ανήκουμε εμείς: στους σύγχρονους καλλιτέχνες.
Δυστυχώς έχουμε την κατάρα να ζούμε σε μια χώρα που το κληροδότημα από την αρχαία Ελλάδα, είναι τόσο τεράστιο, που από τη μία προσφέρει στο ΑΕΠ της χώρας, από την άλλη είναι ανεξάντλητο. Ο τουρισμός δεν θα σταματήσει λοιπόν ποτέ. Είναι ένα ανεξάντλητο κεφάλαιο. Ένα κράτος που έχει έτσι κι αλλιώς έσοδα από αυτό το κληροδότημα, δεν θα κάτσει να ασχοληθεί με το σύγχρονο πολιτισμό. Δεν έχει λόγο να το κάνει. Δεν πρέπει όμως να ξεχνάμε ότι Πολιτείες που δεν σέβονται τους καλλιτέχνες, καταλήγουν να μην σέβονται και να μην αναγνωρίζουν την ίδια την τέχνη. Και η τέχνη τι είναι; Τέχνη είναι τα φεστιβάλ, οι πολιτιστικές πρωτεύουσες, η συντήρηση των αρχαίων θεάτρων. Όλα αυτά είναι τέχνη. Μια χώρα δίχως τέχνη και πολιτισμό, είναι προδιαγεγραμμένο ότι θα οδηγηθεί σε αφανισμό.
– Βλέπεις κάποια λύση;
Δεν ξέρω. Δεν είναι λογική η στάση της κυβέρνησης. Επίσης πολλοί άνθρωποι τοποθετούνται για το ζήτημα, χωρίς να γνωρίζουν τα αιτήματά μας, χωρίς καν να τα έχουν διαβάσει. Οι ηθοποιοί, οι καλλιτέχνες δεν ζητήσαμε ποτέ εξίσωση των πτυχίων μας με αυτά των ΑΕΙ. Έχουμε πλήρη επίγνωση του τι σημαίνει τριετής φοίτηση. Σημαίνει Bachelor. Αυτό σημαίνει σε όλο τον πλανήτη. Οποιοσδήποτε κάνει μια τριετή φοίτηση, παίρνει ένα bachelor. Αυτό ζητάμε. Δεν σπουδάζουμε τρία χρόνια για να μας πει κάποιος ότι πήραμε απολυτήριο λυκείου. Τόσο απλά!
– Βλέπω ότι αυτό το ζήτημα σε θυμώνει ιδιαίτερα. Ποιο άλλο θέμα σε ενοχλεί πολύ από όσα συμβαίνουν γύρω μας;
Παρατηρώ ότι υπάρχει μια διάχυτη ανάγκη σχολιασμού για ζητήματα, για τα οποία δεν μας ζητήθηκε η άποψη. Ζητήματα που δεν τα γνωρίζουμε, αλλά θέλουμε να τοποθετηθούμε. Αυτό είναι το εντυπωσιακό και το εκνευριστικό. Ακούμε κάτι για το οποίο δεν έχουμε καμιά κατάρτιση και θεωρούμε ότι πρέπει να τοποθετηθούμε πάνω σε αυτό. Αυτό είναι που με προβληματίζει και με προβληματίζει ως προς το εξής: ο κόσμος πρέπει να συνειδητοποιήσει πια ότι το διαδίκτυο λειτουργεί δημοκρατικά ακόμη και σήμερα. Ο χώρος που δίνεται σε ένα προβεβλημένο άτομο ή σε ένα άτομο που η δουλειά του έχει μια προβολή, είναι ο ίδιος χώρος που δίνεται στην κυρία Σούλα στην Άνω Μαγούλα. Τα ίδια εργαλεία έχουμε στο Instagram, στο Twitter, παντού. Ίδιο χώρο έχουμε! Έχουμε απολύτως τα ίδια κλειδιά στα χέρια μας. Όταν λοιπόν κάποιος τοποθετείται στα social media για κάτι, πρέπει να γνωρίζει ότι αυτό είναι δημόσιο. Δεν πρόκειται για μια κουβέντα καφενείου ή μια συζήτηση στην πλατεία. Είναι μια δημόσια κουβέντα κι έτσι θα κριθεί. Οπότε ο κόσμος δεν πρέπει να έχει την ψευδαίσθηση ότι το ίντερνετ είναι κάποια δική του γειτονίτσα. Το ίντερνετ είναι μια τεράστια γειτονιά, στην οποία είμαστε όλοι ίσοι ακόμη. Εμείς που κάνουμε αυτή τη δουλειά, έχουμε εκπαιδευτεί πολλά χρόνια να ακούμε κριτική, σχόλια. Έτσι πρέπει να φέρεται και ο κόσμος. Να δέχεται την κριτική. Μια δική του τοποθέτηση, μπορεί να αποτελέσει επίσης αντικείμενο κριτικής.
– Αισθάνεσαι ότι βάλλεσαι μέσα από τα social media; Έχεις πληγωθεί από όσα γράφονται;
Δεν είμαι καθόλου πληγωμένος, γιατί είμαι πολύ καλά περιχαρακωμένος. Το αναφέρω αυτό με την αφορμή ότι σου κάνουν ένα άκομψο σχόλιο για κάτι, εσύ θα τους απαντήσεις και θα σου πουν ότι πρέπει να μάθεις να δέχεσαι την κριτική. Και αυτό που λέω εγώ είναι ότι καλέ μου άνθρωπε μου ζητάς να κάνω κάτι, που εσύ αρνείσαι αυτή την στιγμή. Εγώ κρίνω τον τρόπο σου. Εσύ αρνείσαι την κριτική και πρέπει να μάθεις ότι είσαι κι εσύ αντικείμενο κριτικής αυτή την στιγμή που είμαστε στη δημόσια σφαίρα των social media και δεν βρισκόμαστε στο κομμωτήριο της γειτονιάς.
-Πέρα από το θέατρο, τι άλλο κάνεις ή ετοιμάζεις αυτή την περίοδο;
Είμαστε σε αναμονή για τα γυρίσματα του δεύτερου κύκλου του Maestro του Χριστόφορου Παπακαλιάτη για το Mega και το Netflix. Φαντάζομαι ότι θα ξεκινήσουν μέσα στο καλοκαίρι. Η παράσταση θα συνεχιστεί μέχρι την Κυριακή των Βαΐων και μάλλον θα επαναληφθεί και τη νέα χρονιά.
ΤΑΥΤΟΤΗΤΑ ΤΗΣ ΠΑΡΑΣΤΑΣΗΣ
Μετάφραση: Αθανασία Καραγιαννοπούλου
Σκηνοθεσία: Αθανασία Καραγιαννοπούλου
Σκηνικά- Κοστούμια: Μαίρη Τσαγκάρη
Φωτισμοί: Λευτέρης Παυλόπουλος
Μουσική επιμέλεια: Αθανασία Καραγιαννοπούλου
Βοηθός Σκηνογράφου: Κωνσταντίνα Παπαθανασίου
Φωτογραφίες: Νίκος Βαρδακαστάνης
Φωτογραφίες Παράστασης: Αντώνης Μιμερίνης
Παραγωγή: Θέατρο ΑΥΛΑΙΑ
Πρωταγωνιστούν: Αντίνοος Αλμπάνης, Δημήτρης Μάριζας, Πήτερ Ραντλ
INFO
Σύγχρονο Θέατρο
Ευμολπιδών 45, Μετρό Κεραμεικός, τηλ. 2103464380
Δευτέρα και Τρίτη στις 21.00
Διάρκεια: 100 λεπτά
Τιμές εισιτηρίων: Κανονικό 18 ευρώ, Μειωμένο 15 ευρώ (φοιτητικό, ανέργων, άνω των 65)
Με το WordPress Automatic Plugin από την codecanyon
Πλέον στην ιστοσελίδα μας δημοσιεύονται αυτόματα άρθρα μέσω «RSS feeds».
Από όποια σελίδα μας τα προσφέρει!
Δεν φέρουμε καμιά απολύτως ευθύνη για το περιεχόμενο.
Το άρθρο αυτό δημοσιεύτηκε Σε αυτή την τοποθεσία
Αν πιστεύεται πως αυτό το άρθρο πρέπει να διαγραφεί μην διστάσετε να μας βρείτε στα social media.