Εκδηλώσεις για την Εθνική Ημέρα Μνήμης των Ελλήνων Εβραίων στη Λάρισα – Galaksias.gr
Πρώτη καταχώρηση: Κυριακή, 29 Ιανουαρίου 2023, 05:12
Την Εθνική Ημέρα Μνήμης των Ελλήνων Εβραίων Μαρτύρων και Ηρώων του Ολοκαυτώματος τίμησε η Λάρισα με εκδηλώσεις που συνδιοργάνωσαν η Περιφέρεια Θεσσαλίας, η Π.Ε. Λάρισας, η Ισραηλιτική Κοινότητα Λάρισας και η Περιφερειακή Διεύθυνση Εκπαίδευσης Θεσσαλίας.
Οι εκδηλώσεις πραγματοποιήθηκαν τα απόγευμα του Σαββάτου μεταξύ άλλων και στο Μνημείο Ολοκαυτώματος Ελλήνων Εβραίων Λάρισας, στην Πλατεία Εβραίων Μαρτύρων Κατοχής, όπου και πραγματοποιήθηκε επιμνημόσυνη δέηση και καταθέσεις στεφάνων από εκπροσώπους Ανώτατων Πολιτικών και Στρατιωτικών Αρχών, Πρεσβειών και Προξενείων, Εβραϊκών Οργανώσεων, φορέων και συλλόγων της Λάρισας.
Κατά τη διάρκεια των εκδηλώσεων διαβάστηκε μήνυμα της υπουργού Πολιτισμού Λίνας Μενδώνη, η οποία δε μπόρεσε να παραστεί, από την προϊσταμένη της Εφορείας Αρχαιοτήτων Λάρισας Σταυροούλα Σδρόλια, ενώ χαιρετισμούς απεύθυναν ο Περιφερειάρχης Θεσσαλίας Κώστας Αγοραστός, ο δήμαρχος Λαρισαίων Απόστολος Καλογιάννης, ο πρόεδρος της Ισραηλιτικής Κοινότητας Λάρισας Ηλίας Καμπελής, ο καθηγητής πνευμονολογίας και Α’ αντιπρόεδρος του Κεντρικού Ισραηλιτικού Συμβουλίου Μάνος Αλχανάτης και ο σύμβουλος της Πρεσβείας Ισραήλ Τσαρ Σάαχ.
Η κ. Μενδώνη στο χαιρετισμό της, κατα τη διάρκεια των εκδηλώσεων στο Δημοτικό Ωδείο της Λάρισας σημείωσε τα εξής:
‘’Αξιότιμε κ. Πρόεδρε του Διοικητικού Συμβουλίου της Ισραηλιτικής Κοινότητας Λάρισας,
Σας ευχαριστώ ιδιαίτερα για την τιμητική σας πρόσκληση να συμμετέχω στην κεντρική εκδήλωση για την «Εθνική Ημέρα Μνήμης των Ελλήνων Εβραίων Μαρτύρων του Ολοκαυτώματος», που διοργανώνει η Ισραηλιτική Κοινότητας Λάρισας από κοινού με την Περιφέρεια Θεσσαλίας και την Περιφερειακή Ενότητα Λάρισας στο πλαίσιο των κοινών ετήσιων επετειακών δράσεων. Δυστυχώς, παρά την ιδιαίτερα έντονη επιθυμία μου να είμαι μαζί σας, για να τιμήσουμε τη μνήμη αθώων θυμάτων της ναζιστικής θηριωδίας, αθώων συνανθρώπων μας, που το μοναδικό τους έγκλημα ήταν η θρησκευτική τους ταυτότητα, μια ίωση με υψηλό πυρετό δεν επιτρέπει την παρουσία μου απόψε στη Λάρισα.
Όταν στις 27 Ιανουαρίου 1945, οι Σοβιετικοί στρατιώτες εισήλθαν στο ναζιστικό στρατόπεδο του Άουσβιτς και απελευθέρωσαν τους λίγους αποστεωμένους κρατουμένους, που είχαν απομείνει ζωντανοί στις τρομερές εγκαταστάσεις του βιομηχανοποιημένου θανάτου, η Ανθρωπότητα άρχισε με φρίκη να διαπιστώνει και επίσημα την αδιανόητη έκταση του Ολοκαυτώματος, το οποίο είχε συντελεστεί σε βάρος διαφόρων εθνικών και θρησκευτικών κοινοτήτων, κοινωνικών, πολιτικών και άλλων ομάδων κατά τη διάρκεια του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου από το ναζιστικό καθεστώς. Ειδικά οι εβραϊκοί πληθυσμοί της Ευρώπης αποτέλεσαν τον κύριο στόχο μιας απόλυτα προμελετημένης, συστηματικά οργανωμένης και εκτελεσμένης εκστρατείας γενοκτονίας ευρείας κλίμακας και πρωτοφανούς αγριότητας και ωμότητας, την οποία οι Ναζί αντιλαμβάνονταν και χαρακτήριζαν ως «Τελική Λύση του Εβραϊκού Ζητήματος». Από τα 10 εκ. και πλέον θύματα του Ολοκαυτώματος, τα 6 εκ. ήταν Εβραίοι. Ανάμεσα σε αυτούς περισσότεροι από 60 χιλιάδες Έλληνες, το 86% των Ελλήνων Εβραίων, μεταξύ των οποίων 235 μέλη της εβραϊκής κοινότητας της Λάρισας.
Σε ανάμνηση της συγκεκριμένης ημερομηνίας, που έφερε τον κόσμο αντιμέτωπο με τις πλέον σκοτεινές πτυχές και τον αδυσώπητο χαρακτήρα της ναζιστικής θηριωδίας, ο ΟΗΕ καθιέρωσε την 27η Ιανουαρίου ως «Ημέρα Μνήμης των Θυμάτων του Ολοκαυτώματος του Εβραϊκού λαού». Εδώ και είκοσι περίπου χρόνια, μετά από νόμο που ψηφίστηκε ομόφωνα από τη Βουλή των Ελλήνων, η 27η Ιανουαρίου κάθε έτους έχει επίσης οριστεί επίσημα ως «Ημέρα Μνήμης των Ελλήνων Εβραίων Μαρτύρων και Ηρώων του Ολοκαυτώματος», σε έκφραση της κοινής προσήλωσης της επίσημης Πολιτείας και όλων των πολιτών, ανεξαρτήτως καταγωγής και θρησκεύματος, στην καταπολέμηση του αντισημιτισμού.
Ογδόντα σχεδόν χρόνια μετά τη λήξη του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου, η ανεκτικότητα ενάντια στα παντός είδους στερεότυπα και στη ρητορική εθνοτικού και ρατσιστικού μίσους και αποκλεισμού, όχι μόνο εξακολουθεί να αποτελεί ζητούμενο, αλλά, καθώς η άμεση και ζωντανή μνήμη της φρίκης έχει πλέον δώσει τη θέση της στην απρόσωπη ιστορική αφήγηση, ο κόσμος γύρω μας δείχνει να διολισθαίνει ξανά σε λογικές και πρακτικές ιδιαίτερα επικίνδυνες. Υπό το πρίσμα δε και των τραγικών γεγονότων που λαμβάνουν χώρα εδώ και ένα χρόνο στην Ουκρανία, χωρίς την παραμικρή τάση αποκλιμάκωσης -τουναντίον σύμφωνα με όλες οι ενδείξεις- και μάλιστα στο πλαίσιο ενός αφηγήματος «αποναζιστικοποίησης» και «αποφασιστοποίησης», το νηφάλιο και ενωτικό μήνυμα της χθεσινής επετείου δεν παραμένει απλώς επίκαιρο. Καθίσταται εκ νέου επιτακτικό: Η διαφορετικότητα όχι μόνο δεν εμποδίζει τη συνύπαρξη, αλλά αντιθέτως συνιστά παράγοντα εμπλουτισμού, που διευρύνει τα θεμέλια, ενισχύει την προσαρμοστικότητα της κοινωνίας, και εντέλει, αυξάνει τη συνοχή και την ανθεκτικότητά της.
Από αυτής της άποψης, η μακραίωνη ιστορική παρουσία των εβραϊκών κοινοτήτων στον Ελλαδικό χώρο είναι ιδιαίτερα χαρακτηριστική και κατατοπιστική. Τη χρονιά που μας πέρασε, το Εβραϊκό Μουσείο Ελλάδος και το Επιγραφικό Μουσείο του Υπουργείου Πολιτισμού και Αθλητισμού συνδιοργάνωσαν με χορηγία του Γερμανικού Ομοσπονδιακού Υπουργείου Εξωτερικών την ιδιαίτερα ενδιαφέρουσα περιοδική έκθεση με τίτλο Λίθινες διαδρομές / Ιστορίες από Πέτρα: Ιουδαϊκές και Εβραϊκές Επιγραφές στην Ελλάδα», βασισμένη στην επιστημονική έκδοση του Συντάγματος Ιουδαϊκών και Εβραϊκών Επιγραφών από την Ηπειρωτική και Νησιωτική Ελλάδα (τέλη 4ου π.Χ.-15ος αιώνας), όπου συγκεντρώνονταν και παρουσιάζονταν ιδιαίτερα σημαντικά επιγραφικά τεκμήρια, σε συνδυασμό με ιστορικά και αρχαιολογικά δεδομένα, τα οποία ρίχνουν φως στην ιστορία και τις εκφάνσεις της κοινωνικής, θρησκευτικής, πολιτικής και πολιτιστικής ζωής των Ιουδαίων/Εβραίων και των τοπικών κοινοτήτων τους στην Αθήνα, στο Μυστρά, αλλά και σε ολόκληρο τον ελλαδικό χώρο, από την αρχαιότητα έως την τουρκοκρατία.
Μια δεύτερη σειρά εκθέσεων του Εβραϊκού Μουσείου Θεσσαλονίκης με τίτλο «Στην ίδια πόλη: Χριστιανοί και εβραίοι στη Θεσσαλονίκη», ανέδειξε μέσω ιστορικών αρχειακών τεκμηρίων και κειμηλίων εποχής την ατμόσφαιρα και την κοινωνία της Θεσσαλονίκης κατά τη μεταβατική ιστορική περίοδο του τέλους του 19ου και των αρχών του 20ού αιώνα, φέρνοντας στο προσκήνιο τις σύνθετες σχέσεις και τις δυναμικές διαπολιτισμικές αλληλεπιδράσεις και επιρροές μεταξύ των διαφορετικών εθνοτικών και θρησκευτικών πληθυσμών στο πέρασμα του χρόνου.
Οι δύο αυτές εκθέσεις αφηγήθηκαν στο ευρύ κοινό τους ιστορικούς, πολιτικούς, κοινωνικούς και πολιτιστικούς μετασχηματισμούς των εβραϊκών κοινοτήτων του ελλαδικού χώρου, καθώς και τη συμβολή τους στη θρησκευτική και πολιτισμική πολυμορφία της ελληνικής κοινωνίας. Η πληθώρα των κοινών σημείων αναφοράς σε όλα τα επίπεδα και τις ποικίλες πτυχές της καθημερινότητας και της κοινωνικής ζωής μεταξύ των κατοίκων, που ανέδειξε η έρευνα -τα οποία υπερίσχυαν τελικά των αναπόφευκτων διαφορών, ακόμη και των παροδικών συγκρούσεων, επιτρέποντας την ομαλή συνύπαρξη και ευημερία στην ευρύτερη ιστορική διαχρονία- αποκτούν ιδιαίτερο εννοιολογικό και συναισθηματικό βάρος και αξία θεωρούμενες υπό το πρίσμα των τραγικών γεγονότων που έμελλε να ακολουθήσουν κατά το Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο.
Η ιστορία της εβραϊκής κοινότητας της Λάρισας είναι εν προκειμένω χαρακτηριστική, καθώς η παρουσία της εκτείνεται σε ένα βάθος δύο χιλιετιών, έχοντας αφετηρία ήδη από τους ρωμαϊκούς χρόνους, όπως προκύπτει τόσο από τις γραπτές μαρτυρίες, όσο και από τα αρχαιολογικά τεκμήρια. Κατά την περίοδο της Οθωμανοκρατίας, στην ήδη ακμάζουσα κοινότητα των ελληνόφωνων Ρωμανιωτών Εβραίων προστέθηκε αυτή των Σεφαραδιτών, που κατέφθασαν και εγκαταστάθηκαν από την Ισπανία. Οι δύο διακριτές αρχικά κοινότητες στην πορεία συνενώθηκαν και ενισχύθηκαν περαιτέρω στο πέρασμα του χρόνου από την άφιξη και νέων ομάδων διαφορετικής προέλευσης, μετατρέποντας τη Λάρισα σε ένα ακμάζον εβραϊκό κέντρο με κοσμοπολίτικο χαρακτήρα, που μάλιστα απέκτησε τον τίτλο «Madre d’ Israel» (Μητέρα του Ισραήλ). Στα χρόνια της Τουρκοκρατίας, Εβραίοι και Χριστιανοί κάτοικοι της Λάρισας μοιράστηκαν κοινή μοίρα, έως ότου η απελευθέρωση της πόλης από το ζυγό το 1881 βρήκε αμφότερους να πανηγυρίζουν υποδεχόμενοι τον ελληνικό στρατό. Υπό τις νέες συνθήκες η εβραϊκή Κοινότητα της Λάρισας ανέκαμψε και ανέκτησε την παλιά της αίγλη, με έναν πληθυσμό που υπερέβαινε τις 2.000.
Με το ξέσπασμα του Ελληνο-Ιταλικού Πολέμου του 1940, οι Εβραίοι της Λάρισας βρέθηκαν στις επάλξεις από κοινού με τους Χριστιανούς συμπατριώτες τους, πληρώνοντας αντίστοιχο φόρο αίματος. Το ίδιο συνεχίστηκε και κατά τα πρώτα χρόνια της Κατοχής, καθώς ο ιταλικός έλεγχος της πόλης προφύλαξε τα μέλη της εβραϊκής κοινότητας από ακραία κακομεταχείριση. Όλα, βεβαίως, άλλαξαν στα τέλη του 1943 και στις αρχές του 1944, όταν μετά την ιταλική συνθηκολόγηση ολόκληρη η χώρα περιήλθε υπό γερμανική διοίκηση. Η σύλληψη και ο εκτοπισμός των Εβραίων της Θεσσαλονίκης, που προηγήθηκε, έκρουσε τον κώδωνα του κινδύνου και οδήγησε σημαντικό μέρος της εβραϊκής κοινότητας Λάρισας να εγκαταλείψει εγκαίρως την πόλη και να αναζητήσει καταφύγιο στην ευρύτερη περιοχή. Δυστυχώς 243 μέλη της, το ένα τρίτο περίπου του πληθυσμού, που παρέμειναν στην εβραϊκή συνοικία συνελήφθησαν την 24 Μαρτίου του 1944 και οδηγήθηκαν στα ναζιστικά στρατόπεδα θανάτου. Μόνο έξι επέζησαν και επέστρεψαν μετά τη λήξη του Πολέμου. Τα υπόλοιπα, ευτυχώς, χάρη στη σθεναρή στάση των αντιστασιακών οργανώσεων, στη βοήθεια της Εκκλησίας, των τοπικών Αρχών, αλλά και στη γενναία και ενεργό συμπαράσταση των χριστιανών συμπολιτών τους διασώθηκαν.
Με τη βοήθεια του Κράτους, εβραϊκών οργανώσεων του εξωτερικού και σημαντικών προσωπικοτήτων, ξεκίνησε μέσα στα δύσκολα χρόνια του Εμφυλίου, της γενικής ανέχειας και ανασφάλειας, που γέννησε ένα μεγάλο κύμα μετανάστευσης του πληθυσμού της Ελλάδας προς τις μεγαλουπόλεις και το εξωτερικό, η υλική ανοικοδόμηση και η κοινωνική ανασυγκρότηση και αποκατάσταση της εβραϊκής κοινότητας της Λάρισας, η οποία κατόρθωσε σταδιακά να αναγεννηθεί και να ευημερεί ξανά. Σήμερα, εξαιρετικά ζωντανή και δραστήρια, εξακολουθεί να αποτελεί το ίδιο εγγενές και οργανικό κομμάτι της τοπικής κοινωνίας που ήταν πάντοτε, συμμετέχοντας πλήρως και ουσιαστικά στην κοινωνική, οικονομική, πολιτική και πολιτιστική ζωή της πόλης, όπως ανελλιπώς πράττει εδώ και δύο χιλιετηρίδες.
Η οργανική ένταξη της εβραϊκής κοινότητας στην πόλη της Λάρισας διαφαίνεται και από το γεγονός ότι η κεντρική συνοικία «Έξι δρόμοι», που αποτελούσε τον πυρήνα της κατοίκησης και της επαγγελματικής δραστηριοποίησης των μελών της σε μικρή απόσταση από τη Συναγωγή, το εβραϊκό σχολείο και τα κοινοτικά ιδρύματα, ουδέποτε είχε τη μορφή «γκέτο», όπως σε άλλες περιπτώσεις, αλλά Εβραίοι και Χριστιανοί ζούσαν και δραστηριοποιούνταν από κοινού σε αυτή αρμονικά.
Η κοινότητα διέθετε ήδη από την περίοδο της Τουρκοκρατίας σχολείο, όπου οι μαθητές διδάσκονταν μόνο την εβραϊκή γλώσσα και θρησκεία από δασκάλους-ραβίνους. Το σχολείο αυτό από το 1931 μετονομάστηκε με νόμο σε «8ο Δημοτικό Σχολείο Λάρισας – Ισραηλιτικό» και έγινε -το μοναδικό στην Ελλάδα- δημόσιο εβραϊκό σχολείο, όπου παράλληλα με το επίσημο εκπαιδευτικό πρόγραμμα διδασκόταν επιπλέον την Εβραϊκή γλώσσα, ιστορία και θρησκεία από εβραιοδιδάσκαλο. Το κτήριο του σχολείου αυτού, μετά τις περιπέτειες της πολεμικής και μεταπολεμικής περιόδου κατεδαφίστηκε και αντικαταστάθηκε τη δεκαετία του 1960 από νεότερο, που λειτούργησε επί μισό αιώνα, ώσπου δυστυχώς πριν από μερικά χρόνια ανέστειλε τη συστηματική λειτουργία του λόγω του μειωμένου αριθμού μαθητών, συνεπεία και του δημογραφικού προβλήματος που δυστυχώς ταλανίζει πλέον το σύνολο της ελληνικής κοινωνίας. Παράλληλα με το σχολείο, η εβραϊκή κοινότητα διέθετε κατά το παρελθόν και Ιεροσπουδαστήριο υψηλού ακαδημαϊκού επιπέδου, Κοινοτική Βιβλιοθήκη με σπάνια βιβλία, Κοινοτικό Γραφείο, Ιεροδικείο – Θρησκευτικό Δικαστήριο, ακόμη και Θρησκευτικό Λουτρό. Δυστυχώς τα κτίσματα αυτά δεν επιβίωσαν του χρόνου και της ναζιστικής λαίλαπας, όπως επίσης το παλιό ιστορικό εβραϊκό νεκροταφείο και οι έξι από τις επτά Συναγωγές, που ιδρύθηκαν σε διάφορες χρονικές περιόδους και υφίσταντο έως τον Πόλεμο.
Η απώλεια αυτή του μεγαλύτερου μέρους των ιστορικών οικοδομημάτων και μνημείων της εβραϊκής κοινότητας της Λάρισας, προσδίδει στη σωζόμενη Συναγωγή «Ετζ Χαγιίμ» ιδιαίτερα μεγάλη σημασία, τόσο συμβολική όσο και ουσιαστική. Το κτήριο της Συναγωγής, που στην αρχική του μορφή οικοδομήθηκε το 1866 και αποτελεί ένα από τα παλαιότερα κτίσματα της πόλης και εξαιρετικό δείγμα παραδοσιακής αρχιτεκτονικής της περιόδου, αποτελεί τον βασικότερο πυλώνα της κοινοτικής ζωής, λειτουργώντας τόσο ως χώρος λατρείας, όσο και ως τόπος συνάθροισης, από κοινού με την αίθουσα του Πνευματικού Κέντρου που προστέθηκε το 1947. Μετά από 160 σχεδόν χρόνια αδιάκοπης λειτουργίας, ωστόσο, στο πέρασμα των οποίων υπέστη επανειλημμένα μικρής και μεγάλης έκτασης καταστροφές, τις οποίες διαδέχθηκαν αντίστοιχες επισκευές και ανοικοδομήσεις, σοβαρά καταπονημένο και με έντονα προβλήματα στατικότητας που το καθιστούσαν πλέον επικίνδυνο, το κτήριο της Συναγωγής είχε άμεση ανάγκη από εκτεταμένες εργασίες δομικής αποκατάστασης και αναστήλωσης. Έργο δαπανηρό, αλλά πρωτίστως σύνθετο, που απαιτούσε μελέτες από έμπειρη ομάδα εξειδικευμένων μηχανικών.
Την προσπάθεια της Ισραηλιτικής Κοινότητας Λάρισας να αποκαταστήσει τη Συναγωγή «Ετζ Χαγιίμ», ώστε το σημαντικό αυτό μνημείο της εβραϊκής κληρονομιάς να αποκτήσει ξανά την παλιά του αίγλη και την κεντρική του θέση στη θρησκευτική και κοινωνικής ζωή της κοινότητας, ήρθε τη χρονιά που μας πέρασε να συνδράμει η Ελληνική Πολιτεία. Μέσω Προγραμματικής Σύμβασης Πολιτιστικής Ανάπτυξης ανάμεσα στην Ισραηλιτική Κοινότητα Λάρισας, την Περιφέρεια Θεσσαλίας και το Υπουργείο Πολιτισμού και Αθλητισμού, ανέλαβε την παροχή της αναγκαίας χρηματοδότησης, αλλά και της τεχνογνωσίας, που απαιτείται για την απρόσκοπτη και ταχύτερη δυνατή ολοκλήρωση του έργου.
Παράλληλα, η Ελληνική Πολιτεία αναπτύσσει πρωτοβουλίες για μια σειρά αντίστοιχων θεμάτων εβραϊκού ενδιαφέροντος, με πρώτο βεβαίως την κατασκευή του Μουσείου Ολοκαυτώματος στην Θεσσαλονίκη, που προορίζεται να αποτελέσει τόπο μνήμης και μαρτυρίας, πυλώνα εκπαίδευσης και ενημέρωσης για τις νέες γενιές σχετικά με τη μακραίωνη παρουσία των εβραϊκών κοινοτήτων στον ελλαδικό χώρο, τα γεγονότα και τις επιπτώσεις της ναζιστικής θηριωδίας για τους εβραϊκούς πληθυσμούς της Ελλάδας, καθώς και διεθνές σύμβολο κατά του ρατσισμού και των διακρίσεων κάθε είδους. Οι διαδικασίες για την ανέγερση του Μουσείου Ολοκαυτώματος της Θεσσαλονίκης, του εμβληματικού αυτού έργου με τη διεθνή εμβέλεια, που εκτιμάται ότι θα αποτελεί πόλο έλξης για περισσότερους από μισό εκατομμύριο Εβραίους επισκέπτες από όλο τον κόσμο, προχωρούν πλέον με ταχείς ρυθμούς. Μετά την καίριας σημασίας επίλυση των χρονιζόντων πολεοδομικών ζητημάτων, βρισκόμαστε πλέον στο στάδιο εκπόνησης των μελετών. Ήδη βρίσκεται εν εξελίξει, και σε αρκετά ώριμο στάδιο, η αρχιτεκτονική μελέτη, ενώ εκπονείται ταυτόχρονα και η μουσειολογική μελέτη, με την συνδρομή ειδικής επιστημονική επιτροπής που έχει συγκροτηθεί για τον σκοπό αυτόν. Όλοι οι εμπλεκόμενοι φορείς, υπό τον κεντρικό συντονισμό και την εποπτεία του Αντιπροέδρου της Κυβέρνησης Παναγιώτη Πικραμμένου, συνεργάζονται αρμονικά και εποικοδομητικά, με αποτέλεσμα την ουσιαστική πρόοδο των εργασιών.
Αγαπητοί φίλοι, λίγο πριν από την εκδήλωση αυτή τελέστηκε η καθιερωμένη κατάθεση στεφάνων στο μνημείο επί της «Πλατείας Εβραίων Μαρτύρων Κατοχής», του πρώτου στην Ελλάδα Μνημείου Εβραίων Μαρτύρων του Ολοκαυτώματος, που ανεγέρθηκε στη σε ανάμνηση και απότιση φόρου τιμής στους Εβραίους συμπολίτες μας που διώχθηκαν, υπέφεραν και μαρτύρησαν εξαιτίας του θρησκεύματος και της καταγωγής τους. Το Ολοκαύτωμα μας αφορά όλους, αφορά ολόκληρη την κοινωνία. Είμαστε υποχρεωμένοι να θυμώμαστε πάντα τα λόγια του Πρίμο Λεβί και να μην επιτρέψουμε ποτέ να ξαναβγούν αληθινά: «Τα τέρατα υπάρχουν, αλλά είναι λίγα για να είναι επικίνδυνα. Οι πιο επικίνδυνοι είναι οι απλοί υπάλληλοι, πρόθυμοι να πιστέψουν και να δράσουν χωρίς να ρωτήσουν τίποτε».
Ιδρύουμε μουσεία και μνημεία. Ο σκοπός των μνημείων και των μουσείων δεν πρέπει να είναι απλά η διατήρηση της μνήμης. Ο σκοπός τους πρέπει να είναι η μετουσίωση της μνήμης σε γνώση, συνείδηση και ενσυναίσθηση, σε φάρο που φωτίζει τις επιλογές μας ως προσώπων, ως μελών της κοινωνίας και ως πολιτών στα μεγάλα και στα μικρά του βίου και της πολιτείας μας. Τον φάρο αυτόν πρέπει πάση θυσία και με κάθε κόστος να τον διατηρούμε αναμμένο, ώστε να μην γυρίσουμε ποτέ ξανά σε σκοτάδια ολοκληρωτισμού και απάρνησης του ανθρωπισμού και του πολιτισμού μας’’.
Αναπαραγωγή άρθου από εδώ