Πώς το σχέδιο Τραμπ για την Ουκρανία επηρεάζει τη συζήτηση για το «φρένο χρέους» στη Γερμανία και το οικονομικό μέλλον της Ευρώπης
Η επικείμενη ανάληψη της εξουσίας στις ΗΠΑ από τον Ντόναλντ Τραμπ βάζει «φωτιά» όχι μόνο στη συζήτηση για τον πόλεμο στην Ουκρανία αλλά και για τα επακόλουθα που αφορούν στην Ευρώπη, και στην Γερμανία ειδικότερα.
Ιδιαίτερα, καθώς η πρόταση του Ντόναλντ Τραμπ για τερματισμό του πολέμου στην Ουκρανία, σύμφωνα με όσα έχουν διαρρεύσει έως τώρα από διεθνή μέσα, «απαιτεί» την ενεργό συμμετοχή των δυνάμεων της ΕΕ, σε μία περίοδο μάλιστα, που η ηγέτιδα δύναμη της ηπείρου, Γερμανία, περνάει τα δικά της «ζόρια» εν μέσω πολιτικής και οικονομικής κρίσης.
Η οικονομική δυσπραγία της πρώτης οικονομίας της ΕΕ, οδήγησε στην αναζωπύρωση της συζήτησης γύρω από μία μερική ή προσωρινή αναστολή, ή μεταρρύθμιση, του φρένου χρέους. Άλλωστε το ίδιο ακριβώς ζήτημα προκάλεσε τον εξοστρακισμό από την κυβέρνηση του διαφωνούντα Φιλελεύθερου πρώην υπουργού Οικονομικών, Κρίστιαν Λίντνερ, προκαλώντας την κατάρρευσή της.
Ωστόσο, το άμεσο οικονομικό μέλλον της Γερμανίας, προδιαγράφεται ακόμα πιο ζοφερό. Στην αναιμική ανάπτυξη (μόλις 0,1% κατά το τρίτο τρίμηνο του 2024), έρχονται να προστεθούν οι φόβοι για τις επιπτώσεις της επικείμενης διακοπής της ροής φυσικού αερίου μεταξύ Ρωσίας και Ουκρανίας λόγω λήξης της σχετικής σύμβασης, με τις τιμές του φυσικού αερίου να οδηγούνται στα ύψη και η Γερμανία να γνωρίζει ρεκόρ από το 2022.
Ως εκ τούτου, το ενεργειακό ζήτημα αναδεικνύεται σε θεμελιακό πρόβλημα για την «ατμομηχανή» της Ευρώπης, καθώς η ίδια… ξεμένει από καύσιμα. Είναι χαρακτηριστικό το γεγονός πως η γερμανική παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας έχει στραφεί ξανά κατά ένα μεγάλο ποσοστό προς το… κάρβουνο, με το ολοένα και πιο ακριβό φυσικό αέριο να ακολουθεί ως δεύτερη λύση.
Όπως επισημαίνουν διεθνείς αναλυτές, για να μπορέσει η Γερμανία να «βγει» από αυτή την κατάσταση της ενεργειακής «φτώχειας» θα πρέπει να πληρώσει ογκώδη ποσά για να στρέψει προς αυτήν τα αμερικάνικα φορτία του LNG που προορίζονται για την Ασία.
Ένα σενάριο που έχει, φυσικά, δυσθεώρητο δημοσιονομικό κόστος, για μία οικονομία που ήδη είναι χειμαζόμενη, όπως φαίνεται από τους δείκτες ανάπτυξης, οικονομικού κλίματος, αλλά και την επικαιρότητα που βρίθει με ειδήσεις περικοπών και απολύσεων από τα γερμανικά επιχειρηματικά μεγαθήρια.
Στα παραπάνω μπορούν να προστεθούν και οι ενδεχόμενες συνέπειες της έναρξης μιας νέας φάσης εμπορικού πολέμου με την νέα ανάληψη της Προεδρίας των ΗΠΑ από τον Ντόναλντ Τραμπ και πώς αυτή θα πλήξει μία εξαγωγική οικονομία σαν τη γερμανική.
Ο πόλεμος στην Ουκρανία και το σχέδιο ειρήνης από τον Τραμπ
Η απότομη κλιμάκωση στο ουκρανικό μέτωπο, με τη χρήση αναβαθμισμένων όπλων και απειλές ενός πυρηνικού πολέμου, δεν έχει μόνο εκτινάξει τις τιμές του φυσικού αερίου, αλλά έχει φέρει στην επιφάνεια τα διάφορα σενάρια προώθησης ειρηνευτικών λύσεων.
Στην κορυφή βρίσκεται η πρόταση του Ντόναλντ Τραμπ, όπως δημοσιεύτηκε στους New York Times, η οποία φαίνεται να χτυπά μια στο «καρφί και μια στο πέταλο». Και αυτό γιατί ενώ από την μία φαίνεται σαν να κάνει παραχωρήσεις προς την Ρωσία, την ίδια στιγμή διαμορφώνει όρους που καθιστούν απίθανο να δεχτεί την συμφωνία ο Βλαντίμιρ Πούτιν.
Από την μία, προβλέπει προσάρτηση στη Ρωσία όλων των κατειλημμένων ουκρανικών εδαφών, και παράλληλα τον όρο να μην ενταχθεί η Ουκρανία στο ΝΑΤΟ, έτσι ώστε να μην αισθάνεται το Κρεμλίνο την «ανάσα» της Βορειοατλαντικής Συμμαχίας στα σύνορα της.
Από την άλλη, ωστόσο, προβλέπει πως κατά μήκος των ρωσο-ουκρανικών συνόρων θα αναπτυχθούν ευρωπαϊκές στρατιωτικές δυνάμεις, δηλαδή δυνάμεις του… ΝΑΤΟ.
Η τελευταία παράμετρος είναι που καθιστά εξαιρετικά δύσκολη την επίτευξη μιας τέτοιας συμφωνίας με την Ρωσία.
Η «στροφή» της Γερμανίας και το κοινό ευρωπαϊκό χρέος
Εάν επαληθευτεί το πιο πιθανό ενδεχόμενο, δηλαδή ο Πούτιν να αρνηθεί να δεχτεί οικειοθελώς στην «πίσω αυλή» του στρατιωτικές δυνάμεις του ΝΑΤΟ (ένας από τους βασικούς παράγοντες έναρξης του πολέμου εξ αρχής), τότε αυτό σημαίνει πως ο ρωσο-ουκρανικός πόλεμος θα συνεχιστεί, και μάλιστα αναβαθμισμένος σε μία πολύ πιο επικίνδυνη κλίμακα.
Σε αυτή την περίπτωση, το κόστος συνέχισης αυτού του πολέμου βαραίνει κατά κύριο λόγο την ευρωπαϊκή οικονομία, καθώς με το νέο έτος οι ΗΠΑ θα έχουν νέο πρόεδρο που όπως όλα δείχνουν θα γυρίσει σελίδα στην αμερικανική πολιτική αναφορικά με την Ουκρανία. O ίδιος έχει επανειλημμένα κριτικάρει το εύρος της οικονομικής και στρατιωτικής βοήθειας προς την Ουκρανία, με τον σημερινό πρόεδρο Μπάιντεν να σπεύδει να επιταχύνει διαδικασίες προτού παραδώσει την εξουσία τον Ιανουάριο.
Έτσι, μία ενδεχόμενη μερική ή ολική απόσυρση των ΗΠΑ από την στήριξη της Ουκρανίας, αφήνει μόνη της την ΕΕ να σηκώσει ένα τεράστιο βάρος δισεκατομμυρίων ευρώ που έχει δεσμευτεί να παράσχει στην εμπόλεμη χώρα.
Στο δεύτερο σενάριο σύμφωνα με το οποίο η πρόταση Τραμπ υλοποιηθεί, προβλέπεται πως τα στρατεύματα που θα παραταχθούν στα νέα σύνορα Ρωσίας και Ουκρανίας, θα χρηματοδοτηθούν μέσω μιας έκδοσης κοινού ευρωπαϊκού χρέους.
Το ζήτημα, μάλιστα, συζητήθηκε πρόσφατα στην Πολωνία, μεταξύ των υπουργών Εξωτερικών της φιλοξενούσας χώρας και της Ιταλίας, Γαλλίας, Γερμανίας, Ισπανίας, Ηνωμένου Βασιλείου και της Κομισιόν όπου κατέληξαν σε συμφωνία για την κοινή έκδοση «πολεμικού» ομολόγου. Το «παράδοξο» στην προκειμένη περίπτωση είναι πως με την πρόταση συντάχθηκε και η Γερμανία, ένας παραδοσιακός πολέμιος των εκδόσεων κοινών ευρωπαϊκών ομολόγων, εμφανίζοντας μία στροφή στη πολιτική του Βερολίνου.
Αναπόφευκτα, μία τέτοια ανάληψη κοινής υποχρέωσης από τα ευρωπαϊκά κράτη μέλη συνδέεται και ενισχύει την υπόθεση μιας μεταρρύθμισης του φρένου χρέους και από την πλευρά της Γερμανίας. Με τον Λίντνερ και τους Φιλελεύθερους «εκτός κάδρου», σχεδόν σύμπασες οι πολιτικές δυνάμεις δείχνουν να κλίνουν προς την μια την άλλη μορφή αλλαγής του μέτρου. Ακόμα και ο οπαδός της «σκληρής» γραμμής και πιθανός επόμενος καγκελάριος, Φρίντριχ Μερτς του CDU, έχει αφήσει ορθάνοιχτο το ενδεχόμενο να στηρίξει μία τέτοια προοπτική.
Μάλιστα, είναι τέτοια η «αρχιτεκτονική» των νέων δημοσιονομικών κανόνων, που ακόμα και στην περίπτωση ανάληψης επιπλέον χρέους για λόγους άμυνας, υπάρχει η ευελιξία έτσι ώστε να αποφευχθούν οι «περιπέτειες» για την Γερμανία και για κάθε ευρωπαϊκή χώρα βρεθεί σε παρόμοια θέση.
Υπενθυμίζεται πως το Σύμφωνο Σταθερότητας της ΕΕ που έχει τεθεί σε ισχύ προβλέπει πως όταν ένα κράτος – μέλος έχει μεγαλύτερες επενδύσεις σε άμυνα σε σχέση με τον ευρωπαϊκό μέσο όρο, ή αυξάνει σημαντικά τις επενδύσεις του στην άμυνα, οι δαπάνες δεν θα λαμβάνονται υπόψη για την έναρξης Διαδικασίας Υπερβολικού Ελλείμματος, παράμετρος που «εξυπηρετεί» και την Γερμανία η οποία επί Σολτς έχει προβεί σε μία κούρσα εξοπλιστικών δαπανών και βάζει πλώρη και για πολλές περισσότερες.
To άρθρο Πώς το σχέδιο Τραμπ για την Ουκρανία επηρεάζει τη συζήτηση για το «φρένο χρέους» στη Γερμανία και το οικονομικό μέλλον της Ευρώπης δημοσιεύτηκε στο NewsIT .
Αναπαραγωγή άρθου από εδώ