Πολιτισμός

Χάρης Ανδριανός:«Ο Σουίνι Τοντ είναι μια σύγχρονη ελληνική τραγωδία. Θέμα της η ανθρώπινη εκδίκηση»

Το μιούζικαλ «Σουίνι Τόντ: Ο Δαιμόνιος Κουρέας της Fleet Street», σε σκηνοθεσία και μουσική διεύθυνση του Γιώργου Πέτρου, παρουσιάζεται στο Ολύμπια, Δημοτικό Μουσικό Θέατρο «Μαρία Κάλλας», από τις 17-27 Ιανουαρίου.

ΔΙΑΦΉΜΙΣΗ

Ο «Σουίνι Τόντ: Ο Δαιμόνιος Κουρέας της Fleet Street», ένα μιούζικαλ, που στέφτηκε με τεράστια επιτυχία, όταν παρουσιάστηκε για πρώτη φορά πριν από οκτώ χρόνια σε Ηρώδειο και Μέγαρο Μουσικής, επιστρέφει για περιορισμένο αριθμό παραστάσεων στο Ολύμπια, Δημοτικό Μουσικό Θέατρο «Μαρία Κάλλας», από τις 17-27 Ιανουαρίου.

Η παράσταση, σε σκηνοθεσία και μουσική διεύθυνση του Γιώργου Πέτρου, αφηγείται τη συναρπαστική ιστορία του Σουίνι Τοντ, ενός κουρέα που επιστρέφει στο Λονδίνο για να αναζητήσει δικαιοσύνη, παρασυρμένος σε έναν σκοτεινό κόσμο εκδίκησης και μυστικών. Η βάση της ιστορίας είναι ένας αστικός μύθος: Ένας κουρέας που σκότωνε τους πελάτες του με ξυράφι και κατόπιν τους προμήθευε στη συνεργό του κυρία Λόβετ, προκειμένου να γίνουν γέμιση για τις πεντανόστιμες κρεατόπιτές της, διασκέδαζε ή και τρόμαζε γενιές ανθρώπων. Αυτός ο μύθος αποτέλεσε τη βάση του θεατρικού έργου που έγραψε ο Christopher Bond το 1973 και έγινε η αφορμή για τη δημιουργία του διάσημου μιούζικαλ του Stephen Sondheim, που παρουσιάστηκε στο Broadway το 1979, σαρώνοντας τα βραβεία Tony.

Τον ομώνυμο ρόλο στην τωρινή παράσταση ερμηνεύει ο βαρύτονος Χάρης Ανδριανός, ο οποίος είχε αναλάβει να υποδυθεί τον πρωταγωνιστικό χαρακτήρα και στην πρώτη παρουσίαση του έργου. Μας μίλησε για το δημοφιλές μιούζικαλ, για το ρόλο του, αλλά και για τον δεύτερο Κουρέα, αυτόν της Σεβίλλης, που θα ερμηνεύσει λίγες μέρες μετά στο ίδιο λυρικό θέατρο:

– Ο Σουίνι Τοντ, ο Δαιμόνιος Κουρέας επιστρέφει στην σκηνή μετά από 8 χρόνια. Τι αλλαγές υπάρχουν σε σχέση με την πολύ πετυχημένη παράσταση του 2017;

Κάθε φορά που επιστρέφεις σε ένα έργο και κυρίως μετά από αυτά τα 8 χρόνια που περάσαμε πανδημία, απομόνωση, είσαι ένας άλλος άνθρωπος. Άρα ακουμπάς, αγγίζεις, ή ανακαλύπτεις δικές σου ρωγμές. Είναι κάτι που έχει πάρα πολύ ενδιαφέρον. Αυτό το έργο είναι τέτοιας δύναμης και τέτοιας πολυπλοκότητας και τελειότητας, που είναι σαν να καταπιάνεσαι με τον Ντον Τζοβάνι ή τον Ριγκολέτο. Άρα επιστρέφεις σε ένα έργο, όπου κάθε φορά θα βρεις και θα ακουμπήσεις σε δικά σου κομμάτια, θα αναγνωρίσεις άλλα, ή θα κατανοήσεις και θα ερμηνεύσεις άλλα. Αλλάζει ο άνθρωπος από το 2017 στο 2025.

Εδώ όμως άλλαξε και όλη σχεδόν η διανομή, εκτός από τη Μυρσίνη Μαργαρίτη που παραμένει. Αλλάζει επίσης ο χώρος που κάνουμε την παράσταση και η ορχήστρα. Άρα δεν θα μπορούσε να είναι η ίδια παράσταση. Καθώς ο ρόλος του Σουίνι Τοντ έρχεται σε επαφή και εξελίσσεται και γίνεται αυτό που είναι στο τέλος λόγω των σχέσεων και των αλληλεπιδράσεων με όλους τους ρόλους κατά τη διάρκεια του έργου, έχει πολύ ενδιαφέρον να βλέπεις πια σε αυτό το ανέβασμα πώς ερμηνεύει την κυρία Λάβετ, η Σία Κοσκινά που έρχεται από το χώρο του μιούζικαλ και είναι τόσο ικανή και τόσο αποφασισμένη. Άρα ο Σουίνι έχει πλέον αλλάξει και θα έχει άλλες ποιότητες σε αυτό το ανέβασμα.

– Ποια είναι η ιδιαιτερότητα του συγκεκριμένου μιούζικαλ; Πού θα το κατέτασσες;

Δεν ξέρω σε ποια κατηγορία να το βάλω. Είναι ένα μουσικό θρίλερ, μια λυρική τραγωδία, γιατί εμένα μου θυμίζει τραγωδία, ένα δράμα που ξεφεύγει από τα ανθρώπινα όρια. Τρελαίνει τον ίδιον τον πρωταγωνιστή και όλους γύρω του, που μπαίνουν σε μια φρικτή δίνη. Ταυτόχρονα όμως έχει πολύ φως. Ναι! Είναι σκοτεινό και υπάρχει ο θάνατος εκεί, αλλά έχει επίσης πολύ φως και παράλληλες καταπληκτικές ιστορίες. Πρόκειται για ένα αριστουργηματικό μιούζικαλ. Η ιδιαιτερότητα είναι σαφώς ότι ο Stephen Sondheim είναι και συνθέτης και στιχουργός που σημαίνει ότι επιλέγει πρώτα το θέμα και γράφει και στίχους και μουσική και προφανώς και τη δραματουργία του έργου. Γι’ αυτό καταφέρνει να έχει μια τελειότητα η σύνθεση, γιατί ο ίδιος ελέγχει όλες τις παραμέτρους.

Για μένα λοιπόν το έργο είναι μια σύγχρονη ελληνική τραγωδία. Θυμίζει τραγωδίες. Ένας χορός είναι διαρκώς παρών, άρα η αφήγηση προκύπτει παράλληλα από τους ρόλους και από το ανσάμπλ των ανθρώπων. Το βασικό θέμα του είναι ο άνθρωπος και η εκδίκηση. Ο Σουίνι Τοντ επιστρέφει αποφασισμένος αρχικά να ξαναενώσει την οικογένειά του, να βρει τι έχει απομείνει από αυτό που άφησε 15 χρόνια πριν και όταν μαθαίνει όλη την αλήθεια, αποφασίζει να πάρει μια εκδίκηση.

– Τι συμβαίνει σε αυτό το μιούζικαλ;

Το έργο είναι γραμμένο ή ξεκινά στη βικτωριανή εποχή, που είναι ένα εύκολο και ωραίο κινηματογραφικό πλαίσιο, γιατί υπάρχει η αδικία, η φτώχεια, η εγκληματικότητα, οι αρρώστιες, άρα όλο θυμίζει ένα μακρινό κινηματογραφικό περιβάλλον. Πιστεύω όμως ότι το βασικό σημείο στο έργο έρχεται στη σκηνή που ο ίδιος αποφασίζει – ο Sondheim την ονομάζει epiphany – , του έρχεται η θεία επιφοίτηση και κατανοεί βαθιά ότι ο θάνατος πρέπει να είναι η λύση για όλα. Θα διώξει λοιπόν το κακό, θα σκοτώσει όλους τους κακούς και θα απαλλάξει κυρίως και τον καλό άνθρωπο. Εκείνη την στιγμή είναι που τρελαίνεται και χάνει τη λογική του, όταν αποφασίζει ότι ο θάνατος είναι η μόνη λύση. Τα πράγματα είναι ταυτόχρονα δραματικά και τρομακτικά.

Η μαγεία του Sondheim έρχεται την επόμενη αμέσως στιγμή που κλείνει και η πρώτη πράξη. Εκεί νιώθω ότι είναι το βασικό νόημα του έργου, γιατί αλλάζουμε στυλ και εποχή. Aπό την πολύ βαριά και οπερατική προηγούμενη σκηνή, περνάμε σε ένα μιούζικ χολ. Ο συνθέτης αποφασίζει, σχεδόν σε ένα αυτοσχεδιαστικό σκετς, ότι η ανθρωποφαγία είναι το θέμα και ότι ο ήχος, όπως λέει ο ίδιος ο Σουίνι, ο ήχος αυτού του κόσμου σήμερα δεν είναι κάτι άλλο παρά ο τραγανιστός και λαχταριστός ήχος που ακούγεται.

Αυτός δεν είναι άλλος, παρά ο άνθρωπος που τρώει άνθρωπο. Και ποιοι είμαστε εμείς, λοιπόν, για να αρνηθούμε την ανθρωποφαγία; Όχι μόνο δεν θα την αρνηθούμε, θα κανιβαλίσουμε όλοι μαζί, θα μαγειρέψουμε, θα έχουμε μια μεγάλη ποικιλία από ανθρώπους για να φάτε όλοι και έτσι θα προχωρήσουμε.

Άρα πιστεύω πως υπάρχει ένα βαθιά πολιτικό σχόλιο, ένα υπαρξιακό και κοινωνικό σχόλιο. Φεύγουμε πια από το πλαίσιο της βικτωριανής εποχής και του 19ου αιώνα και μεταφερόμαστε έναν αιώνα μετά, σχεδόν σήμερα. Γιατί αν δούμε το διαδίκτυο και την ανθρωποφαγία και αυτό που γίνεται σε ό,τι αφορά την τοξικότητα των ζωών μας, που είναι δυστυχώς κάτι διαχρονικό, το έργο έχει ένα χιούμορ και έναν τρόπο κωμικό σαν σκετς. Είναι γραμμένο με εξαιρετική φροντίδα στη ρίμα, στις ομοιοκαταληξίες, στο πολιτικό σχόλιο, καθώςεστιάζει στην εκκλησία, τον κλήρο, τους πολιτικούς και τους δημόσιους υπάλληλους.

– Ποιος είναι ο Σουίνι Τοντ;

ΔΙΑΦΉΜΙΣΗ

Ο Σουίνι Τοντ είναι μια ιστορία που υπάρχει παλιότερα από το μιούζικαλ. Είναι ένας άνθρωπος τέρας, πριν τον αναλάβει ο συγγραφέας Christopher Bond και ο Stephen Sondheim. Είναι ένα τέρας το οποίο σκοτώνει πλούσιους για να τους κλέβει. Και αυτό προφανώς διασκέδαζε την εποχή ή αποτελεί έναν τρόπο εκτόνωσης της αδικίας της εποχής εκείνης, ότι υπάρχει κάποιος σαν τον Ρομπέν των Δασών που αποδίδει δικαιοσύνη. Η αυτοδικία υπάρχει σε εποχές που δεν υπάρχει δικαιοσύνη και ελευθερία και υπάρχει εξαθλίωση, φτώχεια και αρρώστιες.

Όταν καταπιάνονται με αυτόν τον χαρακτήρα ο Christopher Bond και ο Sondheim, γίνεται ένα πλάσμα και μια προσωπικότητα πολύπλοκη και με πολλές πλευρές, φωτεινές και σκοτεινές, όπως όλοι οι ρόλοι στο έργο. Γι’ αυτό έχει ενδιαφέρον. Η πορεία του σε αφορά. Είναι το ταξίδι που κάνει ο ίδιος από την αρχή του έργου μέχρι να τελειώσει με την αποστολή του. Για τον Bond, ο Σουίνι είναι ένας κουρέας, το πραγματικό όνομα του οποίου ήταν Benjamin Barker. Αυτός ζούσε ευτυχισμένος με τη σύζυγο του και τη νεογέννητη κόρη τους στην Fleet Street του βικτωριανού Λονδίνου. Ένας ανήθικος εκπρόσωπος της δικαιοσύνης, ο δικαστής Turpin, επιθυμώντας τη σύζυγό του, κατόρθωσε να τον εξορίσει στην Αυστραλία με ψευδείς κατηγορίες. Ο στόχος του είναι να βρει λοιπόν το δικαστή Turpin, ώστε να εκδικηθεί για το θάνατο της γυναίκας του και την απώλεια της κόρης του.

– Πέρα όμως από τον Δαιμόνιο Κουρέα, πρωταγωνιστείς και σε έναν άλλο Κουρέα, αυτόν της Σεβίλλης, την κωμική όπερα του Ροσίνι, που θα παρουσιαστεί στον ίδιο χώρο τον Φεβρουάριο.

Χαίρομαι που βρίσκομαι στα Ολύμπια, γιατί είναι το θέατρο, από όπου ξεκίνησα το τραγούδι το 1996. Είναι πολλά τα χρόνια που είμαι εδώ. Νομίζω ότι είχα κάνει τον Κουρέα της Σεβίλλης σε αυτόν το χώρο, το 1998-99, στην παραγωγή που είχε κάνει τότε η ΕΛΣ. Είναι ένας ρόλος που τραγουδώ από τότε. Και φέτος μετά από τον Δαιμόνιο Κουρέα, έχω την τύχη και την τρέλα μάλλον να ξαναπιάσω αυτό το ρόλο. Καταλαβαίνω ότι το να κάνεις αυτούς τους δύο διαφορετικούς Κουρείς σε τόσο κοντινή απόσταση και με τη συχνότητα που έχουν οι παραστάσεις του Σουίνι Τοντ, θα είναι μια πολύ ωραία πρόκληση.

ΔΙΑΦΉΜΙΣΗ

Είμαι ήσυχος γιατί είναι μια όπερα που έχω κάνει αρκετές φορές και έχω αγαπήσει πολύ. Είναι τόσο ωραία η διανομή, οι φίλοι που θα συναντήσω πάλι, ο Βασίλης Παπαβασιλείου και όλα τα παιδιά. Είναι πιο ανάλαφρη, αλλά ταυτόχρονα και πιο απαιτητική. Έχει πάρα πολλές νότες. Είναι ένα έργο που σε αναζωογονεί. Ανυπομονώ λοιπόν να μπω στις πρόβες και να δω πώς είναι ο Κουρέας της Σεβίλλης σε αυτό το χώρο. Είναι πολύ ωραίο να υπάρχουν οι δύο κουρείς σε ένα μήνα. Είναι ωραίο που επιστρέφω στα Ολύμπια, ένα θέατρο με παράδοση, που φιλοξενεί ένα ρεπερτόριο που δεν μπορεί να γίνεται σε πολλά θέατρα.

– Ποια είναι τα σχέδιά σου για το επόμενο διάστημα;

Τα επόμενα σχέδιά μου στην όπερα είναι η Τουραντότ του Τζάκομο Πουτσίνι, που θα παρουσιαστεί το καλοκαίρι στο Ηρώδειο από την Εθνική Λυρική Σκηνή. Συμπτωματικά, φέτος το καλοκαίρι, ήμουν στην Ιταλία, στην όπερα της Ρώμης και τραγουδούσα Τουραντότ στο Καρακάλλα. Ήταν πολύ συγκινητικό, γιατί σπούδασα στην Ιταλία με υποτροφία Κάλλας, το 1996. Όταν πήγα λοιπόν στο Καρακάλλα και είδα ότι η Κάλλας τραγούδησε Τουραντότ εκεί το 1948, σε ηλικία 24 ετών, συγκινήθηκα. Ένιωσα ότι κάποια πράγματα κάνουν κύκλους, όπως τώρα που επέστρεψα στα Ολύμπια. Επιστρέφω λοιπόν στην Λυρική για να κάνουμε Τουραντότ στο Ηρώδειο και θα δουλέψω με την Χλόη Ομπολένσκι, την οποία θαυμάζω πολύ. Με συγκινεί επίσης πολύ ότι μετά το φετινό καλοκαίρι το Ηρώδειο θα κλείσει για 3 χρόνια.

ΤΑΥΤΟΤΗΤΑ ΠΑΡΑΣΤΑΣΗΣ

«Σουίνι Τόντ: Ο Δαιμόνιος Κουρέας της Fleet Street»

ΔΙΑΦΉΜΙΣΗ

Σκηνοθεσία: Γιώργος Πέτρου

Μουσική διεύθυνση: Γιώργος Πέτρου (17, 19, 22, 24/01) / Νίκος Λαάρης (18, 25, 26, 27/01)

Σκηνικά: Πάρις Μέξης

Κοστούμια: Γιωργίνα Γερμανού

ΔΙΑΦΉΜΙΣΗ

Χορογραφία: Ζωή Χατζηαντωνίου

Σχεδιασμός φωτισμών: Στέλλα Κάλτσου

Βοηθός σκηνοθέτη: Κωνσταντίνα Ψωμά

Μουσική προετοιμασία: Βασίλης Αλεβίζος

ΔΙΑΦΉΜΙΣΗ

ΔΙΑΝΟΜΗ

Σουίνι Τοντ: Χάρης Ανδριανός

Κυρία Λάβετ: Σία Κοσκινά

Τζοάννα: Μυρσίνη Μαργαρίτη

ΔΙΑΦΉΜΙΣΗ

Άντονι: Μπάμπης Βελισσάριος

Τομπίας: Γιάννης Φίλιας

Αντόλφο Πιρέλλι: Αντώνης Κορωναίος

Επίτροπος Μπάμφορντ: Δημήτρης Ναλμπάντης

ΔΙΑΦΉΜΙΣΗ

Ζητιάνα: Βάσια Ζαχαροπούλου

Δικαστής Τέρπιν: Γιάννης Σελητσανιώτης

Με τη Συμφωνική Ορχήστρα & Χορωδία του Δήμου Αθηναίων

INFO

17 – 19, 22, 24 – 27 ΙΑΝΟΥΑΡΙΟΥ: 20.00

ΔΙΑΦΉΜΙΣΗ

19 & 26/01: 18.30

Προπώληση Εισιτηρίων

Με το WordPress Automatic Plugin από την codecanyon
Πλέον στην ιστοσελίδα μας δημοσιεύονται αυτόματα άρθρα μέσω «RSS feeds».
Από όποια σελίδα μας τα προσφέρει!
Δεν φέρουμε καμιά απολύτως ευθύνη για το περιεχόμενο.
Το άρθρο αυτό δημοσιεύτηκε Σε αυτή την τοποθεσία
Αν πιστεύεται πως αυτό το άρθρο πρέπει να διαγραφεί μην διστάσετε να μας βρείτε στα social media.

Related Articles

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Back to top button