Το ιστορικό της ταραγμένης σχέσης του με την οικογένεια Μητσοτάκη από το 1993 ως το 2024
Σαν μια ιστορία που επαναλαμβάνεται μοιάζει η διαγραφή του Αντώνη Σαμαρά από τη Νέα Δημοκρατία με εντολή Κυριάκου Μητσοτάκη. Κι αυτό διότι ο πρώην πρωθυπουργός είχε ξαναδεί την πόρτα την εξόδου από τη ΝΔ το μακρινό 1993, ύστερα από τη μετωπική σύγκρουσή του με τον τότε πρωθυπουργό Κωνσταντίνο Μητσοτάκη για το «μακεδονικό».
Τώρα, ο Κυριάκος Μητσοτάκης κίνησε τις διαδικασίες διαγραφής του, Αντώνη Σαμαρά μετά τη συνέντευξή του στο «Βήμα της Κυριακής», τότε – πριν 32 χρόνια – ήταν ο πατέρας του, Κωνσταντίνος Μητσοτάκης που είχε ανακοινώσει την αποπομπή του από το υπουργείο Εξωτερικών και ακολούθησε η παραίτησή του, η δημιουργία της Πολιτικής Άνοιξης και η πτώση της κυβέρνησης Μητσοτάκη με τους Νεοδήμοκράτες να δείχνουν ως κύριο υπεύθυνο τον Αντώνη Σαμαρά.
«O Αντώνης Σαμαράς, με τη σημερινή συνέντευξή του, θέτει εαυτόν, για δεύτερη φορά μετά το 1993, εκτός Νέας Δημοκρατίας. Εξάλλου, αυτό επεδίωξε. Αυτή τη φορά, όμως, η ιστορία δεν θα επαναληφθεί».
Με τα λόγια αυτά ο Παύλος Μαρινάκης έδειξε την πόρτα της εξόδου στον πρώην πρωθυπουργό Αντώνη Σαμαρά, αλλά και θύμισε ότι το παρελθόν της οικογένειας Μητσοτάκη με τον Αντώνη Σαμαρά είναι βαρύ και ταραχώδες.
Η αναφορά του κυβερνητικού εκπροσώπου στο 1993 δεν είναι τυχαία. Έχει να κάνει με τη χρονιά ίδρυσης νέου κόμματος, της Πολιτικής Άνοιξης από τον Αντώνη Σαμαρά, η οποία πυροδότησε αποχωρήσεις και άλλων βουλευτών της ΝΔ, οδηγώντας τελικά σε πτώση της κυβέρνησης Κωνσταντίνου Μητσοτάκη.
Η αποχώρηση του Σαμαρά από το κόμμα είχε έρθει λίγους μήνες νωρίτερα, στα τέλη του 1992.
Τότε όπως και σήμερα είναι η διάσταση απόψεων στα εθνικά θέματα, που οδηγούν Αντώνη Σαμαρά και Νέα Δημοκρατία ξανά σε δρόμους χωριστούς.
Ας θυμηθούμε λοιπόν τι είχε γίνει πριν από τρεις δεκαετίες και πώς επέστρεψε στο κόμμα τελικά ο Μεσσήνιος πολιτικός πριν από 20 χρόνια για να βρεθεί και πάλι εκτός.
Η πρώτη έξοδος του Σαμαρά από τη ΝΔ
Η πορεία ρήξης μεταξύ του Κωνσταντίνου Μητσοτάκη και του Αντώνη Σαμαρά ξεκίνησε στις 13 Απριλίου του 1992, όταν συγκλήθηκε το συμβούλιο των πολιτικών αρχηγών για το Μακεδονικό.
Τότε γράφτηκε στην Ελλάδα ένα πολιτικό θρίλερ απ’ αυτά που θα ζήλευε και η πιο ευφάνταστη πένα! Αλλά ας δούμε τα πράγματα από την αρχή…
Στις 8 Σεπτεμβρίου το 1991, η σημερινή Δημοκρατία της Βόρειας Μακεδονίας (Σκόπια) ανακήρυξε την ανεξαρτησία της από την τότε Γιουγκοσλαβία, ξεκινώντας τη μεγάλη περιπέτεια της ονομασίας της, στην οποία ενεπλάκη αυτομάτως η Ελλάδα.
Στις 16 Δεκεμβρίου 1991, στις Βρυξέλλες, συνήλθαν οι υπουργοί εξωτερικών των χωρών-μελών της Ευρωπαϊκής Ένωσης, με κεντρικό θέμα την αναγνώριση των νέων κρατών που προέκυψαν στην Ανατολική Ευρώπη, μετά τη διάλυση της Γιουγκοσλαβίας και της Σοβιετικής Ένωσης.
Ο Σαμαράς και οι υπόλοιποι υπουργοί Εξωτερικών υπέγραψαν το πρωτόκολλο με το οποίο αποδέχονται τη διάλυση της ενιαίας Γιουγκοσλαβίας, αναγνωρίζοντας την κρατική οντότητα της Κροατίας, της Σλοβενίας και της αυτοαποκαλούμενης «Δημοκρατίας της Μακεδονίας».
Τα Σκόπια καλούνται να προσφέρουν συνταγματικές και πολιτικές εγγυήσεις στους γείτονές τους ότι:
α) Δεν έχουν εδαφικές διεκδικήσεις, β) Δεν ασκούν εχθρική προπαγάνδα, γ) Δεν χρησιμοποιούν ονομασία που υπονοεί εδαφικές διεκδικήσεις.
Την ίδια ώρα, στην Ελλάδα οι αντιδράσεις είναι κάτι περισσότερο από σφοδρές για τον όρο «Μακεδονία».
Μέσα σε αυτό το κλίμα, ο Σαμαράς διαχωρίζει τη θέση του από αυτήν του πρωθυπουργού Κωνσταντίνου Μητσοτάκη και ο εσωκομματικός πόλεμος φτάνει στα χαρακώματα.
Από τη μία η ανένδοτη στάση του Αντώνη Σαμαρά ότι δεν πρέπει τα Σκόπια να αναγνωριστούν αν στην ονομασία τους περιέχεται ο όρος «Μακεδονία» και από την άλλη η στάση του Μητσοτάκη πως τo όνομα δεν έχει και τόση σημασία.
Κατά τη διάρκεια της συνέντευξης Τύπου που ακολούθησε, ο Κωνσταντίνος Μητσοτάκης, πατέρας του σημερινού πρωθυπουργού, ανακοίνωσε την αποπομπή του Αντώνη Σαμαρά από την κυβέρνηση και φυσικά το υπουργείο Εξωτερικών που κατείχε. Το Υπουργείο Εξωτερικών ανέλαβε μάλιστα ο ίδιος ο Κωνσταντίνος Μητσοτάκης.
Τον Οκτώβριο του 1992, ο Μεσσήνιος πολιτικός παραιτείται από τη βουλευτική του έδρα.
Η πορεία της ρήξης έχει μόλις ξεκινήσει με τον Σαμαρά στην παράδοση του υπουργείου Εξωτερικών να δηλώνει ότι «ο καθένας γράφει την ιστορία του!».
Στις 30 Ιουνίου 1993 ο Αντώνης Σαμαράς ιδρύει την Πολιτική Άνοιξη, ένα όνομα πο εμπνεύστηκε από τον Οδυσσέα Ελύτη, με τον οποίο διατηρούσε άριστη σχέση.
Τρεις μόλις μήνες μετά, Στέφανος Στεφανόπουλος και Γιώργος Συμπιλίδης αποχωρούν από τη Νέα Δημοκρατία, προσχωρούν στην Πολιτική Άνοιξη διατηρώντας τη βουλευτική τους έδρα ως ανεξάρτητοι.
Έτσι, η Νέα Δημοκρατία απώλεσε τη δεδηλωμένη, ο Αντώνης Σαμαράς έριξε τον Κωνσταντίνο Μητσοτάκη και ο πρωθυπουργός προκήρυξε πρόωρες εκλογές.
Σε συνέντευξή του ο Κωνσταντίνος Μητσοτάκης είχε πει:
«Αρκετά μιλήσαμε για τον κ.Σαμαρά. Δεν επρόκειτο να δώσω το όνομα της Μακεδονίας στους Σκοπιανούς και το ήξερε πολύ καλά ο κ. Σαμαράς και ακριβώς για αυτό μας έριξε. Διότι η ελπίδα του ήταν ότι εγώ θα προχωρούσα σε λύση του προβλήματος των Σκοπίων τώρα και περίμενε να με χτυπήσει αν τυχόν πηγαίναμε σε μία μεσαία λύση. Από την ώρα που κατάλαβε ότι αυτό δεν γίνεται έχασε το ένα του επιχείρημα».
Οι εκλογές έγιναν την Κυριακή 10 Οκτωβρίου 1993 και το ΠΑΣΟΚ κέρδισε με άνετη κοινοβουλευτική πλειοψηφία, καθώς το 46,88% τού έδωσε 171 έδρες με το νέο εκλογικό νόμο που είχε φέρει ο ίδιος ο Μητσοτάκης.
Η Πολιτική Άνοιξη του Αντώνη Σαμαρά πήρε την τρίτη θέση, με περίπου 5%. Ο Μητσοτάκης παραιτείται από την ηγεσία της ΝΔ και νέος πρόεδρός της εξελέγη ο Μιλτιάδης Έβερτ.
Η Πολιτική Άνοιξη δεν συμμετείχε στις εκλογές του 2000. Στις εκλογές του 2004 υποστήριξε δημόσια μέσω του προέδρου της Αντώνη Σαμαρά τη Νέα Δημοκρατία ενώ το 2004 ανακοινώθηκε η οριστική αναστολή της λειτουργίας του κόμματος.
Πριν από τις ευρωεκλογές του 2004, ο Σαμαράς και αρκετά στελέχη του κόμματος επέστρεψαν στη Νέα Δημοκρατία.
Από τότε, πέρασαν πολλά χρόνια, όμως το ρήγμα στις σχέσεις τους, μοιάζει να μην επουλώθηκε ποτέ.
Σήμερα η ιστορία επαναλαμβάνεται, τουλάχιστον κατά το ήμισυ, καθώς ο Κυριάκος Μητσοτάκης διαγράφει τον Αντώνη Σαμαρά.
Ανοιχτό μένει το ερώτημα για το εάν θα αναζητήσει αλλού στέγη ή θα προβεί και πάλι στην ίδρυση ενός νέου πολιτικού σχήματος.
Πηγή φωτογραφιών: Eurokinissi
Αναπαραγωγή άρθου από εδώ