Ελλάδα

Ένα όστρακο φέρνει ελπίδα και μαργαριτάρια στον Ευβοϊκό – Galaksias.com

Μπορεί να είναι μικρό, αλλά κρύβει έναν πραγματικό θησαυρό στη σφιχτή «αγκαλιά» του.

Το Pinctada radiata ή στρειδόχτενο, είναι ένα θαλάσσιο δίθυρο μαλάκιο, το οποίο αν και κατάγεται από την περιοχή του Ινδο-Ειρηνικού Ωκεανού, είναι γνωστό για τα μακρινά… ταξίδια του, αφού ήδη από τον 19ο αιώνα έχει καταγραφεί στη Μεσόγειο.

Το ξενικό είδος με το χαρακτηριστικό πράσινο-χάλκινο κέλυφος και την μαργαριταρένια «καρδιά» έχει εγκατασταθεί στην ανατολική Μεσόγειο και θα μπορούσε να αποδειχθεί πολύτιμο για την τοπική οικονομία ιδίως στον νότιο Ευβοϊκό Κόλπο, όπου εντοπίζεται. Ο Δημήτρης Πάφρας, ιχθυολόγος και υποψήφιος Διδάκτωρ στην Θαλάσσια βιολογία και αλιευτική δυναμική στο Τμήμα Γεωπονίας Ιχθυολογίας & Υδάτινου Περιβάλλοντος του Πανεπιστημίου Θεσσαλίας στη Σχολή Γεωπονικών Επιστημών, μιλώντας στο Νewmoney.gr ξετύλιξε το «μυστήριο» του μαργαριτοφόρου οστράκου στον Ευβοϊκό, μία από τις σημαντικότερες αλιευτικές περιοχές της Ελλάδας.

Πώς ένας επιστήμονας αποφασίζει να ασχοληθεί ενεργά με τη μελέτη του Pinctada radiata; Ο κ. Πάφρας εξηγεί ότι η απόφαση δεν είναι τυχαία, αλλά προϊόν επιστημονικού προβληματισμού και βαθιάς οικολογικής ευαισθησίας. Δεν αποτελεί, επομένως, έκπληξη ότι δημοσίευσε δύο επιστημονικές μελέτες σε διεθνή περιοδικά, σχετικά με τη βιολογία και την πληθυσμιακή δυναμική του είδους. Εξάλλου, η οικολογική και οικονομική σημασία του οστράκου για τα θαλάσσια οικοσυστήματα της Μεσογείου, αποτελούν ικανά στοιχεία για τη διερεύνηση του στρειδόχτενου, με τη μοναδική μορφολογική ταυτότητα.

Photo: Δημήτρης Πάφρας

«Το Pinctada radiata προτιμά ρηχά παράκτια ύδατα, συνήθως σε βάθη έως 15 μέτρων, αν και έχει καταγραφεί και σε πολύ μεγαλύτερα βάθη, έως και 150 μέτρα. Ευδοκιμεί σε περιοχές με σταθερές θερμοκρασίες, μέτρια κυκλοφορία νερού και υποστρώματα που του επιτρέπουν την προσκόλληση, όπως βράχοι ή άλλες σκληρές επιφάνειες», αναφέρει ο ειδικός. Όσο για τη θερμοκρασία, αποτελεί κρίσιμο παράγοντα για τη βιολογική του δραστηριότητα, ιδίως για τον αναπαραγωγικό του κύκλο.

Πώς, όμως, ένα είδος που έρχεται από μακριά κατέληξε να έχει εγκατασταθεί στη Μεσόγειο; Σύμφωνα με τον ιχθυολόγο, το 1874 αναφέρθηκε για πρώτη φορά εκτός της φυσικής του βιογεωγραφικής κατανομής, όταν συλλέχθηκε στις ακτές της Αιγύπτου. Από εκεί, το είδος επεκτάθηκε σε περιοχές όπως η Τυνησία, το Ισραήλ, η Κύπρος και η Μάλτα.

Photo: Δημήτρης Πάφρας

Στην Ελλάδα εισήχθη το 1963 για σκοπούς υδατοκαλλιέργειας, αλλά η προσπάθεια αυτή δεν ευδοκίμησε και τελικά εγκαταλείφθηκε, επισημαίνει ο ειδικός. Παρ’ όλα αυτά, το είδος εγκαταστάθηκε και εξαπλώθηκε στις ελληνικές θάλασσες, κυρίως μέσω της διαδικασίας της λεσσεψιανής μετανάστευσης, η οποία αναφέρεται στην εισαγωγή ειδών μέσω της Διώρυγας του Σουέζ. Η εξάπλωση του Pinctada radiata συνεχίστηκε και σε άλλες περιοχές της Μεσογείου, όπως η Τουρκία και η Ιταλία, ενώ το 1979 εντοπίστηκε στο λιμάνι της Τουλόν στη Γαλλία, προσκολλημένο σε κύτος ναυτικού σκάφους. Η διαδικασία αυτή της εξάπλωσης συνεχίστηκε με νέες καταγραφές σε περιοχές της κεντρικής Μεσογείου και πιο πρόσφατα στη βόρεια Αδριατική και άλλες περιοχές της δυτικής Μεσογείου. Το είδος αυτό είναι πλέον πλήρως εγκατεστημένο στην ανατολική Μεσόγειο και συνεχίζει να επεκτείνεται, κάτι που υποδεικνύει την ανάγκη για συνεχιζόμενη παρακολούθηση της εξάπλωσής του.

Θα μπορούσε να συμβάλλει στην τοπική οικονομία;

Ο κ. Πάφρας εξηγεί ότι το είδος έχει τη δυναμική να αποτελέσει έναν αναδυόμενο βιολογικό πόρο για τις παράκτιες κοινωνίες, ενισχύοντας την τοπική αλιευτική οικονομία. «Η αξιοποίηση του, είτε μέσω της εμπορικής εκμετάλλευσης των κελυφών του είτε μέσω της καλλιέργειας για την παραγωγή μαργαριταριών, μπορεί να δημιουργήσει νέες επαγγελματικές ευκαιρίες. Ιδιαίτερα στον Νότιο Ευβοϊκό Κόλπο, όπου επικεντρώνεται και η έρευνα μας, το Pinctada radiata δύναται να λειτουργήσει ως συμπληρωματικός πόρος για τους αλιείς, σε μια περιοχή που δέχεται ήδη έντονη αλιευτική πίεση», αναφέρει.

Photo: Δημήτρης Πάφρας

Όσο για τη θέση της Ελλάδας στην παγκόσμια αγορά ως αλιευτική δύναμη, ο κ. Πάφρας σχολιάζει πως η ενίσχυσή της προϋποθέτει την υιοθέτηση σύγχρονων, επιστημονικά τεκμηριωμένων πρακτικών διαχείρισης, την προώθηση της βιώσιμης αλιείας και την επένδυση στην καινοτομία και την υδατοκαλλιέργεια. Η ενσωμάτωση νέων ειδών, όπως το Pinctada radiata, σε στρατηγικές ανάπτυξης μπορεί να αποτελέσει ένα νέο κεφάλαιο για την ελληνική αλιεία.

Photo: Δημήτρης Πάφρας

Εντούτοις, η εισβολή ξενικών ειδών, όπως το στρειδόχτενο θα μπορούσε να προκαλέσει ανισορροπίες στα οικοσυστήματα και να επηρεάσει αρνητικά την τοπική βιοποικιλότητα, αν δεν υπάρχει σωστή διαχείριση.

Photo: Δημήτρης Πάφρας

Μιλώντας για τις απειλές που αντιμετωπίζουν τα ωκεάνια οικοσυστήματα, ο ειδικός τονίζει ότι προέρχονται από ανθρωπογενείς παράγοντες. Ανάμεσα σε αυτές η υπεραλίευση που προκαλεί σοβαρές διαταραχές στη θαλάσσια τροφική αλυσίδα και μειώνει τις πληθυσμιακές ομάδες των θαλάσσιων οργανισμών. Επιπλέον, η ρύπανση των θαλασσών, ιδίως από πλαστικά και άλλες χημικές ουσίες, έχει αρνητικές επιπτώσεις στην υγεία των θαλάσσιων ειδών και των οικοσυστημάτων τους. Σημαντική απειλή αποτελεί και η κλιματική αλλαγή, αφού η αύξηση της θερμοκρασίας των θαλασσών και η οξίνιση των υδάτων έχουν ήδη προκαλέσει σοβαρές βλάβες στους κοραλλιογενείς υφάλους και άλλα ευαίσθητα οικοσυστήματα. «Η ανάγκη για προστασία των ωκεάνιων οικοσυστημάτων απαιτεί μια διεθνή, ολιστική προσέγγιση με έμφαση στην ενίσχυση της συνεργασίας για την καταπολέμηση αυτών των προβλημάτων και την εφαρμογή βιώσιμων πρακτικών διαχείρισης των θαλάσσιων πόρων», τονίζει.

Photo: Δημήτρης Πάφρας

Χαρακτηρίζει, μάλιστα, «προϋπόθεση ζωής» και όχι πολυτέλεια τη θαλάσσια ευημερία, με την αειφόρο διαχείριση των θαλάσσιων πόρων να διασφαλίζει τη συνέχιση των επαγγελμάτων που βασίζονται σε αυτούς, αλλά και τη διατήρηση των πληθυσμών των θαλάσσιων ειδών, αποφεύγοντας την υπεραλίευση και τη διατάραξη των οικολογικών ισορροπιών. Επιπλέον, αυτές οι πρακτικές συμβάλλουν στη διατήρηση της βιοποικιλότητας και στη δημιουργία ενός υγιούς και ισχυρού θαλάσσιου περιβάλλοντος, το οποίο είναι θεμελιώδες τόσο για την ανθρώπινη διατροφή όσο και για τη βιώσιμη ανάπτυξη των θαλάσσιων οικονομιών.

Από τι, όμως, εξαρτάται το μέλλον των θαλάσσιων οικοσυστημάτων; Σύμφωνα με τον ειδικό από την ικανότητα έγκαιρης και αποφασιστικής αντίδρασης. «Η επιστημονική κοινότητα έχει ήδη δώσει σαφείς κατευθύνσεις για την προστασία και την αποκατάσταση των ωκεανών, αλλά το πιο σημαντικό είναι να υπάρχει η πολιτική βούληση για να προχωρήσουμε σε δράσεις. Η παγκόσμια συνεργασία και η εστίαση στην προστασία του θαλάσσιου περιβάλλοντος είναι το κλειδί για την αποτροπή περαιτέρω ζημιών και την ενίσχυση της βιωσιμότητας των θαλάσσιων οικοσυστημάτων στο μέλλον», εξηγεί.

Photo: Δημήτρης Πάφρας

Ο κ. Πάφρας, πέρα από τη μελέτη θαλάσσιων ειδών είναι και συγγραφέας βιβλίων, με κάποια από αυτά να απευθύνονται σε παιδιά. Άλλωστε, όπως λέει, η περιβαλλοντική συνείδηση πρέπει να καλλιεργείται από τη μικρή ηλικία, καθώς οι επόμενες γενιές θα είναι εκείνες που θα κληθούν να αντιμετωπίσουν τις περιβαλλοντικές προκλήσεις του μέλλοντος.

Αναφορικά, δε, με το βιβλίο του «Ο μαγικός κόσμος των ιππόκαμπων», το οποίο έχει αναγνωριστεί από το υπουργείο Παιδείας και βρίσκεται στις προθήκες βιβλιοθηκών της Κύπρου, έχει σκοπό να μυήσει τους μικρότερους αναγνώστες στη θαλάσσια βιοποικιλότητα και να τους ενθαρρύνει να αναπτύξουν μια πιο υπεύθυνη στάση απέναντι στο περιβάλλον.

«Το πρώτο μου βιβλίο, “Ο κόσμος της θάλασσας”, εκδόθηκε το 2021 και αποτέλεσε αφετηρία αυτής της προσπάθειας. Μέσα από τα έργα μου, επιδιώκω να ενισχύσω την περιβαλλοντική συνείδηση, να προσφέρω έμπνευση και να προετοιμάσω τις νέες γενιές για το μέλλον», αναφέρει.

Photo: Δημήτρης Πάφρας

Ο Έλληνας επιστήμονας επελέγη ανάμεσα σε διεθνείς ειδικούς για να συμμετάσχει στη σειρά Blue Planet III του BBC που θα αναδείξει τις πολλές πτυχές του θαλάσσιου κόσμου. Σχετικά με τη συμμετοχή του ο κ. Πάφρας έκανε λόγο για «ιδιαίτερη τιμή», καθώς «ως επιστήμονας, η ευκαιρία να συμβάλω στην παραγωγή ενός τόσο σημαντικού ντοκιμαντέρ, που αναδεικνύει τις πολλές πτυχές του θαλάσσιου κόσμου, ήταν μοναδική. Η συνεργασία με διεθνώς αναγνωρισμένους επιστήμονες και ερευνητές επέτρεψε να γίνει ένας γόνιμος επιστημονικός διάλογος και ανταλλαγή γνώσεων, προκειμένου να εξασφαλιστεί η ακριβής και αξιόπιστη παρουσίαση των θαλάσσιων οικοσυστημάτων».

Αναπαραγωγή άρθου από εδώ

Related Articles

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Back to top button