Κόσμος

γεφυρώνοντας το χάσμα; – Galaksias.com

Εισαγωγή

Στο πλαίσιο της τρέχουσας κρίσης μεταξύ Ουάσινγκτον και Βρυξελλών, με επίκεντρο τους εμπορικούς δασμούς και την πολιτική έναντι της Ουκρανίας, ο ρόλος της Βρετανίας έχει έρθει ξανά στο προσκήνιο, παρόλο το Brexit. Η παραδοσιακή εχθρική στάση της χώρας έναντι της Ρωσίας, οι απαρχές της οποίας ανάγονται τουλάχιστον στο 1791, όταν ο Πρωθυπουργός Ουίλιαμ Πιτ ο Νεώτερος στηλίτευσε τη Ρωσία ως επιθυμούσα να διαμελίσει την Οθωμανική Αυτοκρατορία, που συνεχίστηκε με τον Κριμαϊκό Πόλεμο και έπειτα το Μεγάλο Παιχνίδι, προσελκύει ξανά τα φώτα της δημοσιότητας, με τον πόλεμο στην Ουκρανία. Ο Κιρ Στάρμερ θα πρέπει, λοιπόν, να βρίσκεται σε δύσκολη θέση, δεδομένων των σημαντικών αλλαγών που φέρονται να λαμβάνουν χώρα στο εσωτερικό της κυβέρνησης Τραμπ, και οι οποίες οδηγούν σε διαφόρων ειδών αντιδράσεις, κάποιες στο όριο της υστερίας. Ο Μπόρις Τζόνσον, για παράδειγμα, αποκάλεσε τον Πούτιν ‘δειλό κατά συρροή δολοφόνο’, σε γλώσσα όχι πολύ διπλωματική (Independent, 19 Μαρτίου). Πράγματι, στον απόηχο της αντιδικίας μεταξύ Τραμπ και Ζελένσκι (BBC, 28 Φεβρουαρίου), μια αναδιάταξη της δυτικής διακρατικής τάξης πραγμάτων μπορεί να βρίσκεται στον ορίζοντα. Αυτό έχει, βέβαια, ξανασυμβεί στο παρελθόν, το 1815, το 1919 και το 1945, και αξίζει να θυμάται κανείς τη ρήση του Φραντσέσκο Γκουιτσιαρντίνι ότι τα πράγματα ήταν πάντα τα ίδια, με το παρελθόν να ρίχνει φως στο μέλλον, αλλά και ότι τα ίδια πράγματα επιστρέφουν με διαφορετικές ονομασίες και αποχρώσεις. Η Δύση διέρχεται επί του παρόντος μίας περιόδου διπλωματικής αποδιοργάνωσης, αποτέλεσμα των διαφωνιών μεταξύ Ουάσινγκτον και Βρυξελλών γύρω από το εμπόριο και τη βοήθεια στην Ουκρανία, όσο και διαφωνιών στο εσωτερικό της ΕΕ, όπως δείχνει η περίπτωση της αντιδικίας του Βίκτορ Όρμπαν και των Βρυξελλών. Εν τούτοις, οι βρετανικής πρωτοβουλίας διασκέψεις μεταξύ διαφόρων Ευρωπαίων ηγετών, συμπεριλαμβανομένων αυτών του Καναδά και της Τουρκίας, είναι μάλλον απίθανο να μεταβάλουν τους στόχους των Τραμπ και Πούτιν και πιθανότερο απλά να τους μετριάσουν. Θα επιχειρήσουμε, με το παρόν άρθρο, να εξηγήσουμε τι μοιάζει να συμβαίνει, και γιατί, και στη συνέχεια να εμβαθύνουμε στο υπόβαθρο όλων αυτών, προτείνοντας ότι πολλά εξαρτώνται από το άτομο, με παράγοντες όπως η διάσωση των προσχημάτων, η φιλοδοξία, ο αταβισμός και ο σωβινισμός να παίζουν το ρόλο τους στις βρετανικές προσπάθειες γεφύρωσης του χάσματος μεταξύ Ουάσινγκτον και Βρυξελλών.

 

Η Βρετανία και η Ευρώπη

Τουλάχιστον από την εποχή του Ερρίκου Η’, η Βρετανία έχει ακολουθήσει μια πολιτική διασφάλισης ότι καμία δύναμη δεν θα γίνει αρκετά ισχυρή για να ηγηθεί της Ευρώπης, αφού θεωρούσε ότι αυτό θα αποτελούσε απειλή για τα συμφέροντά της. Εξ’ου και οι πόλεμοι εναντίον του Λουδοβίκου ΙΔ’ και του Ναπολέοντα, μεταξύ άλλων. Και στους δύο παγκοσμίους πολέμους, η Αγγλία κήρυξε τον πόλεμο στη Γερμανία (δήθεν για να υπερασπιστεί το Βέλγιο και την Πολωνία, αντίστοιχα), επειδή δεν άντεχε την ιδέα miaw γερμανικής κυριαρχίας επί της Ευρώπης. Μετά τον τελευταίο παγκόσμιο πόλεμο, η Βρετανία επέστρεψε στην παλιά, α λα Μάκιντερ, εμμονή της με τη διατήρηση απόστασης μεταξύ της Γερμανίας και της Ευρώπης από τη Ρωσία, από φόβο ότι μια ευρω-ρωσική φιλία θα αποδυνάμωνε την επιρροή της. Η ανταγωνιστική της στάση έναντι του συμμάχου της στον πρόσφατο πόλεμο δεν βασίστηκε τόσο σε ιδεολογικές διαφορές, όσο στην επιθυμία να διατηρηθούν οι Ευρώπη και Σοβιετική Ένωση σε τροχιά αντιπαράθεσης. Η ιδεολογική προπαγάνδα απέβλεπε απλά στην υποστήριξη των μαζών. Ο Λόρδος Ίσμεϊ, πρώτος ΓΓ του ΝΑΤΟ, το έθεσε με τρόπο ωμό αλλά κατάλληλο όταν είπε ότι στόχος της Συμμαχίας ήταν να κρατήσει την Αμερική εντός, τη Ρωσία έξω και τη Γερμανία κάτω (Reuters, 6 Ιουλίου 2014). Αναγνωρίζοντας τη μειωμένη οικονομική και στρατιωτική ισχχύ της μετά τον τελευταίο πόλεμο, η Βρετανία ήταν εν τούτοις ικανή να προβάλει τον εαυτό της ως σοβαρή παγκόσμια δύναμη, εξαιτίας της σχέσης της με την Αμερική, παρόλη που ο Βρετανός Πρωθυπουργός Έντουαρντ Χιθ περιέγραψε τη σχέση αυτή ως κουβάλημα της Βρετανίας στους ώμους της Αμερικής, ενώ ο Ντε Γκωλ ήταν πιο δηκτικός στις τοποθετήσεις του, οι οποίες περιλάμβαναν τον χαρακτηρισμό της Βρετανίας ως Δούρειου Ίππου της Αμερικής στην Ευρώπη, και που ακολουθήθηκαν από την αποχώρηση της Γαλλίας από το στρατιωτικό σκέλος του ΝΑΤΟ, το 1964. Παρόλη τη γαλλική στάση, όμως, το ΝΑΤΟ συνέχισε ακάθεκτο, μετακινώντας απλώς την έδρα του από το Παρίσι στις Βρυξέλλες. Ο Γκωλισμός παρέμεινε, μπορεί να ισχυριστεί κανείς, ως εξισορροπητική -και εφοδιασμένη με πυρηνικά όπλα- δύναμη μεταξύ των Αγγλοσαξόνων και της Μόσχας. Ουσιαστικός στόχος της Βρετανίας και της Ουάσινγκτον ήταν η αποτροπή της σύμπηξης ενός ευρωπαϊκού στρατού που θα ήταν τελείως ανεξάρτητος. Σε αυτό έχει μέχρι τώρα επιτύχει. Η επαναφορά της Γαλλίας στο στρατιωτικός σκέλος του ΝΑΤΟ το 2009 ήρθε ως ευλογία για τους Αγγλοσάξονες. Μπορεί κανείς να θυμηθεί σχετικά την πρόβλεψη του Μπίσμαρκ ότι η πιο σημαντική εξέλιξη του 20ου αιώνα θα ήταν ότι οι Βορειοαμερικανοί μιλούσαν Αγγλικά. Αποδείχτηκε σωστός στην προβλεπτικότητά του, με τη μεταφορά των περισσότερων από τα βρετανικά στρατιωτικά ατού στην Αμερική, με την παρακμή της Βρετανικής Αυτοκρατορίας. Εν τούτοις κανείς δεν έχει ακόμα ισχυριστεί ότι η πιο σημαντική εξέλιξη του εικοστού πρώτου αιώνα είναι το γεγονός ότι οι Άγγλοι ομιλούν Βορειοαμερικάνικα. Η μεταφορά των Αμερικανικών Αγγλικών στη Βρετανία έχει συνοδευτεί από την αύξηση της αμερικανικής επιρροής επί της βρετανικής εξωτερικής πολιτικής, στο βαθμό που η τελευταία είναι λίγο πολύ πανομοιότυπη με τους αμερικανικούς στόχους, ένας εκ των οποίων είναι η αποτροπή ενός ανεξάρτητου ευρωπαϊκού στρατού, αδού αυτό θα μπορούσε να οδηγήσει στη βελτίωση των σχέσεων ΕΕ-Ρωσίας. Έτσι, η Αμερική και η Βρετανία έχουν μπορέσει να φρενάρουν τις γαλλογερμανικές απόπειρες να δημιουργηθεί ένας ευρωπαϊκός στρατός ανεξάρτητος από το ΝΑΤΟ. Φαίνεται, όμως, τώρα ότι οι απόπειρες της Βρετανίας να διατηρηθεί ένα ισχυρό ΝΑΤΟ υπονομεύονται από την πιθανότητα μιας αμερικανικής αποχώρησης από τον οργανισμό. Αυτό θα είχε ως αποτέλεσμα το ΝΑΤΟ να μείνει ως de facto ευρωπαϊκός στρατός, το οποίο θα ήταν φυσικά ανάθεμα για τη βρετανική πολιτική, εκτός και αν ο στρατός αυτός θα μπορούσε να ενεργεί μόνο με την άδεια της Ουάσινγκτον. Μόλις το 2019, ο ίδιος ο Πρόεδρος Μακρόν περιέγραψε το ΝΑΤΟ ως ‘εγκεφαλικά νεκρό’. Ο Μακρόν έχει, φυσικά, έκτοτε, μεταβάλλει τη στάση του. Σε κάθε περίπτωση, είναι η έλλειψη συνέπειας στις σχέσεις ΕΕ-Ουάσινγκτον που έχει επιστρέψει στη Βρετανία να αναάβει την πρωτοβουλία.

Ανακρούοντας πρύμναν

Πολλά φαίνεται να αλλάζουν. Παραδόξως, και παρόλη την αποχώρηση της Βρετανίας από την Ευρωπαϊκή Ένωση, η πρώτη παίζει τώρα ηγετικό ρόλο στην ευρωπαϊκή ασφάλεια, τουλάχιστον επιδερμικά. Εκ πρώτης όψεως, οι δημόσιες τοποθετήσεις του Προέδρου Τραμπ και του επιτελείου του μαρτυρούν μια επιθυμία μειωμένης ανάμειξης στην ευρωπαϊκή ασφάλεια, προσέγγισης με τη Μόσχα και τερματισμού των εχθροπραξιών στην Ουκρανία λαμβάνοντας υπόψη τις θέσεις της Μόσχας. Ίσως η ομάδα Τραμπ να έχει επίγνωση του ότι η Μόσχα παραδοσιακά αντιδράει, εν τούτοις σπάνια αμέσως, σε ό,τι θεωρεί προκλήσεις, με ενδεικτικό παράδειγμα την εγκαθίδρυση του Συμφώνου της Βαρσοβίας έξι χρόνια μετά τη δημιουργία του ΝΑΤΟ, και αυτό μόνο αφού τα ανοίγματα της Μόσχας στο ΝΑΤΟ με στόχο την ένταξη της πρώτης σε αυτό είχαν απορριφθεί (Wilson Centre). Μετά την επέκταση του ΝΑΤΟ, η οποία συνοδεύτηκε από τον παράνομο βομβαρδισμό του Βελιγραδίου, η Μόσχα αποδόθηκε ξανά σε απόπειρες προσέγγισης με το ΝΑΤΟ, οι οποίες και πάλι απορρίφθηκε (BBC, 5 March 2000). Ακολούθησε η κατοπινή, σχεδόν ολική καταστροφή του Ιράκ, του Αφγανιστάν και της Συρίας, χωρίς να ξεχνάμε τον όλεθρο του Μαϊντάν. Όταν ο Μπόρις Τζόνσον παρότρυνε τον Πρόεδρο Ζελένσκι να μη δεχτεί συμφωνία ειρήνευσης (The Guardian, 12 Φεβρουαρίου), αυτό έπεισε τη Μόσχα ότι δεν είχε άλλη επιλογή από το να συνεχίσει την εισβολή. Αφού οι Συμφωνίες του Μινσκ είχαν αποδειχτεί, όπως παραδέχτηκε η Γερμανίδα Καγκελάριος Άνγκελα Μέρκελ, απλό τέχνασμα με σκοπό να εξασφαλίσει χρόνο η Ουκρανία για να επανεξοπλιστεί, ο κύβος είχε ριφθεί και η Μόσχα έπαψε να εμπιστεύεται τη Δύση. Εν τούτοις η νέα δημόσια πολιτική του Προέδρου Τραμπ έχει ταράξει τα νερά, αφήνοντας τη Βρετανία σε αμηχανία.

Η στάση της Βρετανίας έναντι της Αμερικής είναι τώρα στάση υπαναχώρησης από τις προηγούμενες αρνητικές δημόσιες τοποθετήσεις του Στάρμερ για τον Τραμπ, περιττό να ειπωθεί πριν την επανεκλογή του τελευταίου. Παρόλη την υπαναχώρηση, όμως, η Βρετανία προσπαθεί τώρα να οδηγήσει την Ευρώπη στη συνέχιση ενός πολέμου που η Αμερική προσπαθεί να τερματίσει, ενώ επιχειρεί ταυτόχρονα να καλοπιάσει την τελευταία. Έτσι, ο νέος Πρέσβης της Βρετανίας στην Ουάσινγκτον, Πήτερ Μάντελσον, έχει ισχυριστεί ότι οι επικρίσεις του στο παρελθόν εναντίον του Τραμπ ήταν λανθασμένες (The Guardian, 29 January 2025): το 2019, ο Μάντελσον είχε περιγράψει τον Τραμπ ως ‘απερίσκεπτο και επικίνδυνο για τον κόσμο’. Κατά την πρόσφατη επίσκεψη του Στάρμερ στον Τραμπ, ο πρώτος απηύθυνε μια δεύτερη πρόσκληση, πράγμα χωρίς προηγούμενο, από τον Βασιλιά Κάρολο για επίσημη επίσκεψη. Παρόλα αυτά, τέτοιες προσπάθειες ικανοποίησης όλων των πλευρών ταυτόχρονα μάλλον δεν είναι εποικοδομητικές σε όρους συνέπειας. Αυτό που μοιάζει με επιτηδευμένη εγκαρδιότητα εκ μέρους του Στάρμερ δύσκολα θα πείσει τον Τραμπ, τουλάχιστον σε προσωπικό επίπεδο: πρώτον, ο η μητέρα του Τράμπ γεννήθηκε και μεγάλωσε στις Εξωτερικές Εβρίδες, που σημαίνει ότι είναι απίθανο ο Τραμπ να έχει κάποιου είδους συναισθηματικής ταύτισης με την Αγγλία. Δεύτερον, ο Τραμπ είναι δηλωμένος Χριστιανός, ενώ ο Στάρμερ άθεος.

Εν τούτοις, γινόμαστε επί του παρόντος μάρτυρες της πλήρους, μέχρι και ηγετικής, στήριξης του Λονδίνου για το σχέδιο αποστολής στρατευμάτων στην Ουκρανία μετά την ειρήνευση και της ενθάρρυνσης των κρατών-μελών της ΕΕ να συνεργαστούν στρατιωτικά. Θεσμικά, η ΕΕ αδυνατεί να δράσει ως όλο, κυρίως λόγω της αντίθεσης της Ουγγαρίας και της Σλοβακίας. Έτσι, το Λονδίνο και ο γαλλικός ‘ανταγωνιστής’ του διαγκωνίζονται για προβολή, προκειμένου να δείξουν στον Τραμπ ότι μπορούν να δράσουν ανεξάρτητα από την Ουάσινγκτον. Η διαφορά σήμερα είναι ότι η Βρετανία αδυνατεί πλέον να παίξει τον παραδοσιακό της ρόλο, αυτόν του Δούρειου Ίππου των Αμερικανών. Αναμοχλεύοντας το φόβο για τη Μόσχα, ο Στάρμερ μίλησε στις 25 Φεβρουαρίου για μια ‘επικίνδυνη νέα εποχή’

(The Standard), δικαιολογώντας φαινομενικά την αύξηση των αμυντικών δαπανών, σε βάρος του προϋπολογισμού εξωτερικής βοήθειας. Ο ίδιος ισχυρίστηκε επίσης ότι η επιθετικότητα του Πούτιν ‘δε θα σταματούσε στην Ουκρανία’. Τα παραπάνω είναι τυπικά της γλώσσας που χρησιμοποιούνταν στο απόγειο του Ψυχρού Πολέμου, με τον Στάρμερ και κάποιους από τους Ευρωπαίους ομολόγους του να υποδύονται τους ψυχροπολεμικούς. Κάποιος κυνικός θα μπορούσε να πει ότι αυτού του είδους η συμπεριφορά θυμίζει έντονα τους υπερενθουσιώδεις βρετανικούς λεονταρισμούς του Τσώρτσιλ εναντίον του Χίτλερ. Ας θυμηθούμε ξανά τη ρήση του Γκουιτσιαρντίνι στην πρώτη μας παράγραφο.

Αναβιώνοντας την Ειδική Σχέση

Παρόλη την τρέχουσα στάση της Βρετανίας, η πιθανότητα ρήξης στις σχέσεις της με την Αμερική θα πήγαινε κόντρα στο ρεύμα της βρετανικής πολιτικής τουλάχιστον τα τελευταία εκατό χρόνια, και θα απορροφούσε τη βρετανική οικονομία πλήρως στην ευρωπαϊκή. Ο Στάρμερ θα πρέπει να βρίσκεται σε σοβαρό τέλμα. Έτσι, στόχευση της Βρετανίας είναι να αποτελέσει τουλάχιστον γέφυρα μεταξύ Αμερικής και Ευρώπης, εάν δεν σταθεί δυνατό να ηγηθεί μιας νέας Ευρώπης σε συνεργασία με την Αμερική. Αφού η Ρωσία οριστικοποιήσει τους στόχους της στην Ουκρανία και επανεκκινήσει τις σχέσεις της με την Αμερική (πράγμα που ήδη συμβαίνει), το μεγάλο ερώτημα για τη Βρετανία θα είναι αν θα μπορέσει να αποτρέψει την ανάδυση ενός ευρωπαϊκού στρατού ανεξάρτητου από την Αμερική, πράγμα που η ίδια έχει τώρα ενθαρρύνει, με τρόπο οξύμωρο. Ιστορικά, η Βρετανία αντετίθετο πάντα σε μια ισχυρή, ενωμένη Ευρώπη, θεωρώντας την απειλή για την ασφάλειά της και γι’αυτήν του ΝΑΤΟ, εξ’ου και η ανάμειξή της στους Ναπολεόντειους Πολέμους. Δεν έχει, εν τούτοις, εναντιωθεί στο παρελθόν σε πιο χαλαρές και διπλωματικά ανακριβείς ρυθμίσεις, όπως η Ευρωπαϊκή Πολιτική για την Ασφάλεια και την Άμυνα (ESDP), αφού αυτές θα αφορούσαν μόνο δραστηριότητες στις οποίες δεν θα συμμετείχε το ΝΑΤΟ, με άλλα λόγια έχοντας την έγκριση του ΝΑΤΟ. Η τρέχουσα ρευστότητα που διέπει τις διαπραγματεύσεις για την Ουκρανία έχει επιτρέψει στη Βρετανία να αναλάβει τα ηνία με στόχο τη σφυρηλάτηση ενός ΄συνασπισμού προθύμων’ (τώρα αναβαπτισμένου ως ‘συνασπισμού εθελοντών’). Παρόλη την επίθεση εκ μέρους του Στιβ Ουίτκοφ, ειδικού απεσταλμένου του Τραμπ, εναντίον της όλης ιδέας μιας στρατιωτικής απάντησης στη Μόσχα σχετικά με την Ουκρανία – περιγράφοντας το πλάνο ως ‘πόζα και προσποίηση’ και επικρίνοντας τον Στάρμερ και άλλους Ευρωπαίους ηγέτες για την ‘απλοϊκή ιδέα τους να θέλουν να μιμηθούν τον Ουίνστον Τσώρτσιλ’ (BBC, 23 March 2025), – είναι ακριβώς η σύγχυση και οι διαφωνίες που έχουν επιτρέψει στη Βρετανία να προωθήσει το ρόλο της ως γέφυρας μεταξύ Ουάσινγκτον και Βρυξελλών.

Οι ακριβείς προβλέψεις είναι φυσικά αδύνατες, όπως καταδεικνύει η πρόσφατη, ευρέως δημοσιοποιημένη, αντιδικία μεταξύ Τραμπ και Ζελένσκι, ανεξαρτήτως του αν αυτή ήταν προμελετημένη ή αυθόρμητη. Μπορούμε, εν τούτοις, να προτείνουμε ότι η Βρετανία θα κάνει ό,τι περνάει από το χέρι της για να παρουσιαστεί ως διαμεσολαβητής στη διαμάχη ΗΠΑ-Ευρώπης, ειδικά αφού ο Τραμπ έχει αποκλείσει την πιθανότητα η Βρετανία της εποχής μετά το Brexit να διαδραματίσει κεντρικό ρόλο εντός μιας ΕΕ που θα είναι εχθρική προς τις ΗΠΑ. Καλός ιστορικό παραλληλισμό αποτελεί το 1949, όταν η Βρετανία αρνήθηκε να επιτρέψει την οποιαδήποτε υπόνοια περί υπερεθνικότητας, απεμπολώντας έτσι τον ηγετικό της ρόλο: το Συμβούλιο της Ευρώπης αποτέλεσε έτσι σκιά της αρχικής ιδέας (Croft, 617-629).

Ο ανθρώπινος παράγοντας

Όλα τα παραπάνω δε μπορούν παρά να μας οδηγήσουν στην τελική μας πρόταση: ότι είναι τα ατομικά ανθρώπινα χαρακτηριστικά, ειδικά αυτά των δυτικών ηγετών, που έχουν ήδη καθορίσει, και θα συνεχίσουν να το κάνουν, την έκβαση της τρέχουσας θύελλας εξελίξεων. Σε σημαντικό βαθμό εξαιτίας των μέσων κοινωνικής δικτύωσης, ειδικά του Χ, η διακρατική διπλωματία έχει μετουσιωθεί σε μια προσωπική αντιδικία μεταξύ ηγετών, σε κοινή θέα. Οι πιασάρικες φράσεις υποκαθιστούν την ορθολογική διαμόρφωση πολιτικής. Η σταθερή και επιδέξια ηγεσία εκλείπει. Ο Θουκυδίδης είναι γνωστός για τη διατύπωσή του ότι ‘η φιλαρχία, που ενεργεί μέσω της απληστίας και της προσωπικής φιλοδοξίας, ήταν η αιτία για όλα αυτά τα δεινά [τους Πελοποννησιακούς Πολέμους]’, ενώ ο Γκουιτσιαρντίνι έγραψε: ‘γιατί οι άπληστοι άντρες πιστεύουν εύκολα οτιδήποτε επιθυμούν’. ‘Η απληστία σε έναν πρίγκιπα είναι ασύγκριτα πιο απεχθής απ’ ό,τι σε έναν πολίτη (Mallinson, 19). Όπως συμβαίνει και σήμερα, και οι δύο άντρες έζησαν σε μία εποχή όπου τόσο η Ιταλία όσο και η Ελλάδα υφίσταντο σφοδρό χάος, με πολέμους μεταξύ πόλεων-κρατών, ρευστές συμμαχίες και την ανάμειξη ισχυρών εξωτερικών δυνάμεων: της Γαλλίας, της Αγίας Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας και της Ισπανίας, στην περίπτωση της Ιταλίας και της Περσικής Αυτοκρατορίας στην περίπτωση της Ελλάδας: εξ’ ου και η συνάφειά τους σήμερα. Και οι δύο θεωρούσαν την ανθρώπινη φύση και τα χαρακτηριστικά της σημαντικές, αν όχι ζωτικές, ως αιτίες των γεγονότων. Η κατανόηση του Γκουιτσιαρντίνι για την ανθρώπινη φύση μπορεί να αποδοθεί με αυτήν του τη ρήση: ‘πόσο μεγάλη η διαφορά μεταξύ θεωρίας και πράξης και πόσοι πολλοί άνθρωποι υπάρχουν που, παρόλην την ατέλειωτη γνώση τους, δεν θυμούνται ή δεν γνωρίζουν πώς να τη χρησιμοποιήσουν επ’ωφελεία τους!’ (Mallinson, 17)

Οι απόψεις τους είναι συναφείς σήμερα, αν και σπάνια τους αποδίδεται προσοχή, αν αναλογιστεί κανείς την ασυνεπή και συχνά επικίνδυνα συναισθηματική συμπεριφορά κάποιων από τους δυτικούς ηγέτες, όπως καταδεικνύουν κάποια από τα λεγόμενά τους που αναφέρθηκαν παραπάνω. Με τρόπο παρόμοιο, τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, με τις συχνά υπερβάλλουσες κοινοτοπίες τους, έχουν ασκήσει σημαντική επιρροή στη διαμόρφωση δημόσιας πολιτικής. Σύμφωνα με το μακαρίτη Ουμπέρτο Έκο: ‘τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης παρέχουν σε λεγεώνες ηλιθίων το δικαίωμα να εκφέρουν λόγο, όταν κάποτε το έκαναν σε ένα μπαρ με ένα ποτήρι κρασί, χωρίς να βλάπτουν την κοινότητα […] τώρα, εν τούτοις, έχουν το δικαίωμα να εκφέρουν άποψη με έναν κάτοχο Νόμπελ. Πρόκειται για την εισβολή των ηλιθίων’ (The Malta Independent). Τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης αποτελούν τώρα πρόκληση για την παραδοσιακή διπλωματία. Η χρήση του Χ μπορεί να οδηγήσει σε όλων των ειδών τις συναισθηματικές αψιμαχίες, για να μην αναφέρουμε την πιθανή έκθεση σε επιθέσεις προερχόμενες από οπουδήποτε. Τα μέσα αυτά αποτελούν ουσιαστικά ένα παιχνίδι που προσφέρει τη δυνατότητα στους ανθρώπους να διογκώνουν το εγώ τους δημόσια. Όσοι το χρησιμοποιούν για να προωθήσουν τις επίσημες θέσεις ή τις καριέρες τους εκτίθενται σε αδικαιολόγητες επιθέσεις από επικριτές και εχθρούς. Η υπόνοια ότι αποτελούν χρήσιμο μέρος της διπλωματία είναι απλά λανθασμένη. Απεναντίας, μπορούν να οδηγήσουν σε μια διάβρωση της σοβαρότητας και δεν αποτελούν παρά φτηνό υποκατάστατο της σοβαρής ανάλυσης και αξιολόγησης, που τόσο απαραίτητες είναι για τη διαμόρφωση πολιτικής. Γιατί, αν και η παραδοσιακή διαμόρφωση πολιτικής επιβιώνει, αυτή διαβρώνεται σίγουρα με τρόπο υποσυνείδητο στα μυαλά των ιθυνόντων. Κοντολογίς, η κακοδιαχείριση των μέσων κοινωνικής δικτύωσης ευτελίζει τη σοβαρή υπόθεση που λέγεται διαμόρφωση πολιτικής. Η ταχύτητα και η απληστία, απότοκα της εμμονής με την ψηφιοποίηση και της ανεύθυνης χρήσης της τεχνολογίας συνεπάγονται ότι η επικοινωνία καταστρέφει την επικοινωνίας, παραδόξως στο όνομα της επικοινωνίας. Ο χώρος που απαιτεί ο στοχασμός, τόσο απαραίτητος για τη λήψη αποφάσεων, εκλείπει. Ο ψηφιακός ολοκληρωτισμός, όμως, όχι. Θυμάται κανείς ξανά τον Γκουιτσιαρντίνι, έστω και έμμεσα: ‘όποιος άνθρωπος αναλαμβάνει την ευθύνη να εισαγάγει αλλαγές στη διακυβέρνηση της Φλωρεντίας, εκτός και αν αναγκαστεί ή αν τύχει να είναι στην κορυφή της λήψης αποφάσεων, στερείται σοφίας. […] μετά την εισαγωγή της αλλαγής είναι καταδικασμένος σε ατελείωτη ψυχική οδύνη, αφού φοβάται την περαιτέρω καινοτομία.’ (Mallinson, 114). Η ιδέα εδώ είναι να καταδειχθεί πώς οι μοδάτες καινοτομίες μπορούν να δημιουργήσουν τη δική τους δυναμική, ξεφεύγοντας έτσι από τον έλεγχο, βλ. Τεχνητή Νοημοσύνη.

Εν μέσω της παρούσας ρευστότητας, δεν είναι εύκολο να διακρίνει κανείς σοβαρούς και καταρτισμένους ηγέτες οι οποίοι εμπνέουν το σεβασμό. Κάποιοι είναι απλά τοποτηρητές, οι οποίοι διατηρούν τις θέσεις τους όχι τόσο λόγω προσωπικού χαρίσματος, ευφυίας και σκληρής δουλειάς, αλλά ως προσωρινές λύσεις. Ίσως ένα ακραίο παράδειγμα είναι αυτό της Λιζ Τρας, της Βρετανής Πρωθυπουργού με την πιο σύντομη θητεία η οποία, ως Υπουργός Εξωτερικών, ανακοίνωσε σε ένα συναισθηματικό και σωβινιστικό ξέσπασμα ότι προτίθετο να πατήσει το πυρηνικό κουμπί της Βρετανίας αν αυτό χρειαζόταν – ακόμα και αν αυτό συνεπαγόταν παγκόσμιο όλεθρο. Η Τρας ήταν σίγουρα ακατάλληλη για τη δουλειά, ακόμα και αν – παραδόξως – την περίοδο εκείνη προωθούνταν στη θέση της Πρωθυπουργού. Όσο για τον φιλόδοξο και θορυβώδη Μπόρις Τζόνσον, παρόλη την εμπειρία του, σχολίασε πριν λίγα χρόνια ότι ο Πρόεδρος Μακρόν ήταν το ΄δουλάκι’ του Πούτιν (The Telegraph, 18 Μαΐου 2023). Μετά βίας θα το έλεγε αυτό τώρα. Ο ίδιος δεν παρουσιάζει μια εικόνα συνέπειας και συνέχειας, τόσο απαραίτητες όταν μιλάμε για σοβαρούς πολιτικούς.

Αξίζει να αναφέρουμε και το γερμανικό Πράσινο Κόμμα: αυτό έχει μεταμορφωθεί από ένα φιλειρηνικό, οικολογικό κίνημα σε ένα πολεμοχαρές αντι-ρωσικό κόμμα. Μοιάζει παράδοξο ότι η Ανναλένα Μπέρμποκ, πράσινη πολιτικός, χρηματίζει επί του παρόντος Υπουργός Εξωτερικών, κάνοντας ό,τι περνάει από το χέρι της για να προωθήσει την αντι-ρωσική ατζέντα του ΝΑΤΟ. Με τρόπο πολύ αντιδιπλωματικό, μία άλλη ηγέτιδα, η Κάγια Κάλλας, επικεφαλής της εξωτερικής πολιτικής της ΕΕ, έγραψε στο Χ, μετά την αψιμαχία Τραμπ-Ζελένσκι: ‘σήμερα κατέστη σαφές ότι ο ελεύθερος κόσμος χρειάζεται ένα νέο ηγέτη.’ (The Guardian, 1 Μαρτίου). Πολλοί θα ήταν υπέθεταν δικαιολογημένα ότι ο συναισθηματισμός της αποτελεί προϊόν της εχθρότητας της χώρας της, Εσθονίας, έναντι της Ρωσίας.

Συμπερασματικά

Το παρόν άρθρο υποστήριξε ότι η Βρετανία θα μπορούσε κάλλιστα να επιστρέψει στον παραδοσιακό της ρόλο, αυτόν της γέφυρας μεταξύ Ουάσινγκτον και Βρυξελλών, λαμβάνοντας επίσης υπόψη την επιρροή των ανθρώπινων χαρακτηριστικών στην ηγεσία και τη διαμόρφωση πολιτικής. Ολοκληρώνοντας το άρθρο, οφείλουμε να αναφέρουμε το πώς η αρχική κλίση της Ευρωπαϊκής Ένωσης προς την ειρήνη, τη συνεργασία και τη δημοκρατία σήμερα αμφισβητείται. Πρωτεύον παράδειγμα αποτελεί η ακύρωση της θριαμβευτικής εκλογικής νίκης του Καλίν Γκεοργκέσκου στη Ρουμανία, την οποία ακολούθησε η σύλληψη και η απαγγελία κατηγοριών, μεταξύ άλλων, για υποκίνηση δράσης ενάντια στη συνταγματική τάξη. Ο ίδιος έχει επίσης αποκλειστεί από τα μέσα ενημέρωσης. Εμφανώς, το μέλος της ΕΕ Ρουμανία προσπαθεί να δικαιολογήσει την πρότερη ακύρωση του εκλογικού αποτελέσματος. Επιπλέον, οι εσωτερικές έριδες στην ΕΕ, όπως η σύγκρουση μεταξύ Ευρωπαϊκού και Πολωνικού Δικαίου, αφθονούν. Η Ουγγαρία αποτελεί άλλη μία περίπτωση, με τη χώρα να έχει απλά αγνοήσει την πολιτική της ΕΕ για τη μετανάστευση και τον εξοπλισμό του Κιέβου. Τουλάχιστον από τα γεγονότα του Μαϊντάν, υπάρχει έλλειψη συνοχής και συνεργασία στον τομέα της ευρωπαϊκής εξωτερικής πολιτικής. Διάφορα πολιτικά κόμματα, όπως το γερμανικό AfD, επιθυμούν ίσως και να μιμηθούν το Brexit. Ενώ μεγάλο μέρος της έλλειψης συνοχής μπορεί να αποδοθεί στη βιασύνη με την οποία έγινε η επέκταση του 2004, με την επακόλουθη γραφειοκρατική θολούρα της, μία κρίση όπως αυτή της Ουκρανίας παραείναι πολύπλοκη για να αντιμετωπιστεί από τις Βρυξέλλες μόνο. Αυτή είναι η Ευρώπη της οποίας η Βρετανία της εποχής μετά το Brexit προσπαθεί να ηγηθεί, εναντίον της Ρωσία: ένα συνονθύλευμα μελών της ΕΕ, πολλά με τη δική τους ατζέντα, δρώντας ατομικά, αφού ομοφωνία δε μπορεί να υπάρξει. Όταν το τοπίο ξεκαθαρίσει, η Βρετανία μπορεί κάλλιστα να είναι σε θέση ισχύος, ώστε τουλάχιστον να γεφυρώσει το χάσμα, εκμεταλλευόμενη στο έπακρο ό,τι απομένει από την ‘ειδική σχέση’.

Αναφορές

Αναφορές

 Croft, Stuart, ‘British Policy towards Western Europe, 1947-9: the best of possible worlds?’, International Affairs, Butterworths, τ. 63, αρ. 4, φθινόπωρο 1988.

Mallinson, William, Guicciardini, Geopolitics and Geohistory: Understanding Inter-State Relations (Palgrave Macmillan/Springer Nature, 2021.

Simon Walters, The Independent, 19 Μαρτίου 2025: https://www.independent.co.uk/news/uk/politics/boris-johnson-putin-trump-ukraine-b2717740.html

 BBC: https://www.bbc.com/news/videos/cdel2npwe50o

BBC: StevenMulvey https://web.archive.org/web/20001208051500/http://news2.thls.bbc.co.uk/hi/english/world/europe/newsid_666000/666768.stm  5 Μαρτίου 2000.

https://www.reuters.com/article/world/an-eu-agenda-keeping-british-in-russians-out-germans-down-idUSKBN0FB06A/

The Guardian, Shaun Walker, 12 Φεβρουαρίου 2025: https://www.theguardian.com/world/2025/feb/12/zelenskyy-rejects-claim-boris-johnson-talked-him-out-of-2022-peace-deal

The Telegraph, Dominic Penna, 18 Μαΐου 2023: https://www.theguardian.com/world/2025/feb/12/zelenskyy-rejects-claim-boris-johnson-talked-him-out-of-2022-peace-deal

Geoffrey Roberts, ‘Molotov’s Proposal that the USSR Join NATO, March 1954’, Wilson Centre, 21 Νοεμβρίου 2011.

The Guardian, Eleni Courea, 29 Ιανουαρίου 2025: https://www.theguardian.com/politics/2025/jan/29/peter-mandelson-remarks-trump-us-ambassador

The Standard, Rachael Burford, 26 Φεβρουαρίου 2025: https://www.standard.co.uk/news/politics/starmer-prime-minister-statement-defence-ukraine-talks-donald-trump-b1213115.html

BBC, James Landale, 23 Μαρτίου 2025: https://www.bbc.com/news/articles/c62zm4eqvp7o

The Malta Independent, Mark A, Sammut Sassi, 30 Ιουλίου 2017: https://www.independent.com.mt/articles/2017-07-30/newspaper-opinions/The-Power-of-Love-6736177185

The Guardian, Nadeem Badshah, 1 Μαρτίου 2025:

https://www.theguardian.com/world/2025/feb/28/european-leaders-throw-support-behind-zelenskyy-after-heated-trump-meeting

Ο Ουίλιαμ Μάλινσον είναι πρώην Βρετανός διπλωμάτης. Είναι ο συγγραφέας των Guicciardini, Geopolitics and Geohistory: Understanding Inter-State Relations (Palgrave Macmillan/Springer Nature, 2021) και The Threat of Geopolitics: Obsession with the Heartland (Cambridge Scholars Publishing, 2016 και 2017).

Αναπαραγωγή άρθου από εδώ

Related Articles

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Back to top button