Αθλητικά

Κέιτ Μπλάνσετ, Τόνι Σερβίλο, Μάικ Λι και ένα συναρπαστικό Σάουντρακ – Galaksias Portal News

Λαμπεροί σταρ, ονόματα σκηνοθετών, με βαριά ιστορία, σε ταινίες για το ευρύ κοινό, για σινεφίλ και για «ψαγμένους» περιλαμβάνει το μενού αυτής της κινηματογραφικής εβδομάδας. Το συναρπαστικό ντοκιμαντέρ «Σάουντρακ για Ένα Πραξικόπημα», υποψήφιο για Όσκαρ, ξεχωρίζει εμφανώς, ενώ το κοινό αναμένεται να τραβήξουν τα φιλμ «Σκιές στο Σκοτάδι» του Στίβεν Σόντερμπεργκ, με Κέιτ Μπλάνσετ και Μάικλ Φασμπέντερ και «Γράμματα από τη Σικελία» με τον Τόνι Σερβίλο. Ακόμη, για τους γνήσιους σινεφίλ υπάρχει το κύκνειο άσμα του σημαντικού Μάικ Λι «Πικρές Αλήθειες» και για τους «ψαγμένους» το τελευταίο φιλμ του Κινέζου Ζία Ζανγκ-Κε «Άγριες Πληγές».

ΔΙΑΦΗΜΙΣΤΙΚΟΣ ΧΩΡΟΣ

Πικρές Αλήθειες

(“Hard Truths”) Δραματική κομεντί, βρετανικής και ισπανικής παραγωγής του 2024, σε σκηνοθεσία Μάικ Λι, με τους Μαριάν Ζαν Μπατίστ, Μισέλ Όστιν, Τουέιν Μπάρετ, Ντέιβιντ Γουέμπερ, Μπράινι Μίλερ, Σοφία Μπράουν κα.

Το κύκνειο άσμα του σημαντικού Βρετανού σκηνοθέτη Μάικ Λι, όπως ανακοίνωσε ο ίδιος, μπορεί να μην φτάνει στα επίπεδα των μεγάλων του δημιουργιών, αφήνοντας έξω από το θέμα του τους γνωστούς του πολιτικούς προβληματισμούς για τις κοινωνικές αδικίες και το αποτροπιαστικό πρόσωπο της κυρίαρχης αγγλικής ελίτ, για να καταπιαστεί με ένα βαθύ ανθρώπινο δράμα, που αγγίζει όλο και περισσότερο την εποχή μας. Την κλινική κατάθλιψη, μια ψυχολογική διαταραχή που επηρεάζει σαρωτικά όλο και περισσότερο τον δυτικό κόσμο.

Ο 82χρονος πλέον Μαικ Λι, ο ανατόμος της βρετανικής ψυχής, με το πλούσιο βιογραφικό και πάμπολλες αξέχαστες και επιδραστικές δημιουργίες («Γυμνός», «Μια Χρονιά Ακόμη», «Ο Κύριος Τέρνερ», «Peterloo»), έχοντας δίπλα του, για τελευταία φορά, τον σπουδαίο διευθυντή φωτογραφίας και μόνιμο συνεργάτη του Ντικ Πόουπ (απεβίωσε πέρσι), αλλά και τη θαυμάσια ηθοποιό Μαριάν Ζαν Μπατίστ, με την οποία είχε ξανασυνεργαστεί στο έξοχο «Μυστικά και Ψέματα», θα αφηγηθεί μια οικεία ιστορία, ρεαλιστικά και δίχως ιδιαίτερες δραματικές υπερβολές, απαντώντας τελικά και σε σκληρές αλήθειες.

ΔΙΑΦΗΜΙΣΤΙΚΟΣ ΧΩΡΟΣ

Η Πάνσι είναι μια νοικοκυρά που δεν είναι ευχαριστημένη με τίποτα. Είναι αγοραφοβική, υποχόνδρια και παρανοϊκή με τα πάντα και έτοιμη για καυγά με όλους. Με τον υδραυλικό, υποτονικό και υπάκουο σύζυγό της, Κάρτλεϊ, τον άνεργο γιο της, Μόουζις, που φαίνεται να έχει επηρεαστεί περισσότερο απ’ όλους με το πρόβλημα της μητέρας του και ειδικότερα με την αδελφή της, Σαντέλ, την ευνοούμενη της νεκρής πλέον μητέρας τους. Παρά την αρχική αντίσταση της Πάνσι, στη Γιορτή της Μητέρας επισκέπτεται με τη Σαντέλ τον τάφο της μητέρας τους. Επιστρέφοντας, θα κληθεί να αντιμετωπίσει την οδυνηρή για εκείνη επαφή με τις δύο κόρες της αδερφής της, τον άντρα και τον γιο της, αρνούμενη όμως να δει το σοβαρό πρόβλημα της κατάθλιψής της.

Ο Μάικ Λι, αποφεύγοντας να βαρύνει περισσότερο το σκληρό θέμα του, με την κατάθλιψη μιας μεσόκοπης γυναίκας, θα εστιάσει στον χαρακτήρα της Πάνσι και θα προβάλει, επιστρατεύοντας και το διακριτικό του χιούμορ, τις συνέπειες που έχει η νόσος σε αυτήν και την οικογένειά της. Ένα ζήτημα που πολλοί συνάνθρωποί μας υποτιμούν και πέφτουν στην παγίδα της αγάπης και προσωπικής φροντίδας, χωρίς τη συνδρομή των ειδικευμένων γιατρών.

Όμως, η ταινία μιλά και για τις σκληρές αλήθειες, πάνω σε αυτό το όλο και μεγαλύτερο πρόβλημα υγείας, που στη συγκεκριμένη περίπτωση πηγάζει από την απώλεια της μητέρας και τον σύγχρονο δυτικό τρόπο ζωής: Τον φόβο να της μιλήσει κάποιος για το μέγεθος της νόσου και την ανάγκη ιατρικής φροντίδας και κυρίως για την άρνηση της παθούσας να δεχθεί οποιαδήποτε βοήθεια.

ΔΙΑΦΗΜΙΣΤΙΚΟΣ ΧΩΡΟΣ

Ο Λι προσεγγίζει την ιστορία του με σεβασμό και ανθρωπιά στα βάσανα που προκαλεί η βαριά κατάθλιψη, μετατρέπει την απλή καθημερινότητα της ηρωίδας σε μία απειλή για όλους όσοι βρίσκονται δίπλα της, ενώ ταυτόχρονα φροντίζει με συνέπεια να δώσει σάρκα και οστά σε όλους τους χαρακτήρες της ταινίας.

Το φιλμ, όμως εμφανίζει και μια σημαντική αδυναμία, καθώς η αφήγηση στηρίζεται πολύ περισσότερο, στα κινηματογραφικά ημιτόνια και τις ψυχολογικές αποχρώσεις των χαρακτήρων, κρατώντας τους παλμούς του θεατή σχεδόν σε καταστολή, καθώς πρέπει να περιμένει το τελευταίο πλάνο για να τρομάξει με την πανούργα νόσο και μαζί να νιώσει ακόμη μεγαλύτερη θλίψη, να δακρύσει με το αδιέξοδο που έχει οδηγηθεί η Πάνσι.

Ο Λι καταφέρνει να πάρει ό,τι καλύτερο από τους ηθοποιούς του, που με τις έξοχες ερμηνείες τους στηρίζουν την Μαριάν Ζαν Μπατίστ, να επαναλάβει ένα συνταρακτικό ρόλο, γεμάτο ηλεκτρισμό και απόγνωση, ανθρωπιά και ευαισθησία, λαμβάνοντας και μία υποψηφιότητα για το Bafta.

Με λίγα λόγια…Η Πάνσι, που ζει σε ένα πεντακάθαρο σπίτι, με τον άνδρα της και τον άνεργο γιο της, μοιάζει παρανοϊκή, καθώς δεν έχει συνειδητοποιήσει ότι πάσχει από κλινική κατάθλιψη, ενώ τεταμένες είναι και οι σχέσεις της με την αδελφή της, την οποία θεωρεί την ευνοούμενη της νεκρής μητέρας τους.

Δείτε το τρέιλερ:

Γράμματα από τη Σικελία

(Sicilian Letters) Αστυνομικό δράμα, ιταλικής παραγωγής 2024, σε σκηνοθεσία Φάμπιο Γκρασαντόνια και Αντόνιο Πιάτσα, με τους Τόνι Σερβίλο, Έλιο Τζερμάνο, Ντανιέλα Μάρα, Μπάρμπαρα Μπομπούλοβα, Αντονία Τρούπο, Τζουζέπε Ταντίλο, Μπέτι Πεντράτσι κα.

Η συνύπαρξη για πρώτη φορά των δυο κορυφαίων Ιταλών ηθοποιών της γενιάς τους, των Τόνι Σερβίλο και Έλιο Τζερμάνο, αρκεί από μόνη της να τραβήξει το βλέμμα και το ενδιαφέρον των σινεφίλ, σε αυτό το αστυνομικό δράμα, ενίοτε διανθισμένο με σκοτεινό λεπτό χιούμορ, για την ιταλική μαφία, που υπογράφει το σκηνοθετικό δίδυμο των Φάμπιο Γκρασαντόνια και Αντόνιο Πιάτσα, έπειτα από ακόμη δυο ταινίες για το εγκληματικό συνδικάτο της Σικελίας («Salvo», «Τα Μυστήρια της Σικελίας»).

Η ταινία, που προβλήθηκε στο φεστιβάλ της Βενετίας και κέρδισε το βραβείο καλύτερης ταινίας και καλύτερου σάουντρακ, αντλεί την έμπνευσή της για το σενάριό από το βιβλίο «Lettere a Svetonio» του Σαλβαρότε Μούνιο, που αφορούσε τον αληθινό περιβόητο μαφιόζο Ματέο Μεσίνα Ντενάρο, αλλά χωρίς να είναι η βιογραφία του.

Έπειτα από αρκετά χρόνια φυλάκισης, για εγκλήματα που σχετίζονται με τη μαφία, ο Κατέλο, ένας επί χρόνια δήμαρχος και δάσκαλος στη μικρή του πόλη, έχει χάσει τα πάντα, επιστρέφοντας στο σπίτι του και στη γυναίκα του, που ζει μέσα στη μιζέρια και τον έχει απαξιώσει. Όταν η ιταλική μυστική υπηρεσία τον πλησιάζει, τον απειλεί και τον πείθει να βοηθήσει στη σύλληψη του Ματέο, του τελευταίου αφεντικού της μαφίας, που διαφεύγει τη σύλληψης, ο Κατέλο βρίσκει την ευκαιρία για να επιστρέψει στη ζωή και να αποκαταστήσει το όνομά του. Ο Κατέλο, που γνωρίζει από παιδί τον Ματέο, καθώς υπήρξε στενός φίλος του πατέρα του, σκληρού μαφιόζου της Σικελίας, θα προσπαθήσει να τον πείσει να συναντηθούν, μέσα από σύντομα γράμματα που του στέλνει στην κοιλιά ψαριών.

Η ταινία, που ξεκινά εντυπωσιακά κυρίως λόγω της γελοίας εμφάνισης του Σερβίλο – Κατέλο και της συνάντησής του, έπειτα από χρόνια, με τη γυναίκα του, δεν έχει την ανάλογη συνέχεια. Η συνάντηση του ηλικιωμένου ζεύγους, όμως, είναι πραγματικά μία σκηνή εκπληκτική, λόγω της ερμηνείας της βετεράνου ηθοποιού Μπέτι Πεντράτσι, η οποία αφοπλιστικά και με μία μοναδικά πρωτόγνωρη φυσικότητα θα θυμίσει σε όλους έναν οικείο χαρακτήρα, που βγαίνει από τη διπλανή πόρτα. Μία θεία, μια γιαγιά, μια γειτόνισσα, μια βασανισμένη γυναίκα, που έχει κουραστεί με τα μεγαλεπήβολα όνειρα, τις φαντασιώσεις και τον εγωκεντρισμό του άντρα της.

Τα προβλήματα με την ταινία των Γκρασαντόνια -Πιάτσα ξεκινούν όταν ο Κατέλο μπαίνει σε μία συνομιλία εξ αποστάσεως με τον μαφιόζο, μέσω πληθώρας επιστολών, που αποσκοπούν στη συνάντηση μεταξύ τους, κάτι που έχει ζητήσει η μυστική υπηρεσία, μέσω μίας αστυνομικού ακραία αντιπαθητικής, στα όρια της τοξικότητας – ακόμη ένα αδύνατο σημείο της ταινίας.

Έτσι, η ταινία, που χωρίζεται σε δυο παράλληλες ιστορίες, από τη μια, την πεποίθηση του Κατέλο ότι μπορεί να γυρίσει τροπαιούχος στην τοπική κοινωνία, καταφέρνοντας να ξετρυπώσει τον μαφιόζο και απ’ την άλλη, με την ιστορία του Ματέο, που βρίσκεται εγκλωβισμένος σε ένα κρησφύγετο, στο σπίτι μιας γυναίκας, που έχει υποχρεωθεί να τον κρύψει, μοιάζει πολλές φορές αποσπασματική έως και υποτονική.

Βασισμένη στην ιστορία των γραμμάτων, η ταινία είναι περισσότερο διαλογική και ορισμένες φορές φλύαρη, χωρίς δραματική ένταση ή κάποια στοιχειώδη δράση, παρά την ανθρωπιά της και έναν ικανοποιητικό ρεαλισμό ή τις χιουμοριστικές εκλάμψεις, που ξεφεύγουν από τα όρια, καθώς ο Σερβίλο βρίσκει έδαφος για να λοιδορήσει τον χαρακτήρα του.

Εν ολίγοις, ένα φιλμ που αποτυπώνει ως έναν βαθμό την κουλτούρα της σικελικής μαφίας, έχει το δικό της ενδιαφέρον, κωμικές στιγμές, ικανοποιητικές ερμηνείες, αλλά και αρκετές αδυναμίες στη συνοχή της, στον ρυθμό και στην έντασή της, που διαθέτει, όμως, όπως προείπαμε και μία από τις απολαυστικότερες σκηνές, εκείνης της συνάντησης Σερβίλο-Πεντράτσι και αυτή τη φορά όχι λόγω του διάσημου ηθοποιού…

Με λίγα λόγια… Σικελία, 2000. Μετά από πολλά χρόνια φυλάκισης για εγκλήματα που σχετίζονται με τη μαφία, ο Κατέλο, ένας επί χρόνια πολιτικός, χάνει τα πάντα. Όταν η ιταλική μυστική υπηρεσία τον «πείθει» να βοηθήσει στη σύλληψη του Ματέο, του τελευταίου μεγάλου αφεντικού της μαφίας που διαφεύγει, ο Κατέλο βρίσκει την ευκαιρία να επιστρέψει.

Δείτε το τρέιλερ:

Σάουντρακ για ένα Πραξικόπημα

(“Soundtrack to a Coup d’ État”) Ντοκιμαντέρ, βελγικής και γαλλικής παραγωγής του 2024, σε σκηνοθεσία Γιόχαν Γκριμονπρές.

Εκθαμβωτικό, συναρπαστικό, αριστοτεχνικά δομημένο ντοκιμαντέρ από τον σκηνοθέτη και multimedia artist Γιόχαν Γκριμονπρές και συνάμα ένα αφοπλιστικό κατηγορώ για τα φαντάσματα της αποικιοκρατίας που ακόμη αρνούνται να περάσουν στο περιθώριο της ιστορίας, να κρυφτούν τουλάχιστον στις ντουλάπες μαζί με τα εγκλήματα του ιμπεριαλισμού.

Ένα συναρπαστικό ταξίδι, γεμάτο ιδέες και χρήσιμες πληροφορίες, για τις γεωπολιτικές μηχανορραφίες των δεκαετιών 50 και 60, ένα εκρηκτικό κοκτέιλ ψυχροπολεμικής ίντριγκας και αποικιοκρατικών πρακτικών, με φόντο το Κονγκό και τη δολοφονία του πρώτου δημοκρατικά εκλεγμένου προέδρου του, του περίφημου Πατρίς Λουμούμπα.

Το φιλμ, καταγράφει, μέσα από σπάνιο αρχειακό υλικό και ενδελεχή έρευνα την προσπάθεια των ΗΠΑ να ασκήσουν επιρροή στην αφρικανική χώρα, μεταξύ άλλων και μέσω απεσταλμένων φημισμένων μουσικών της τζαζ, όπως η Νίνα Σιμόν, Ντιουκ Έλινγκτον και Λούις Άρμστρονγκ, που βρέθηκαν στην καρδιά της μαύρης και αιματοβαμμένης ηπείρου για να παίξουν μουσική και εν αγνοία τους λειτούργησαν παραπλανητικά στις σκοτεινές επιδιώξεις της CIA.

Ένα χαρακτηριστικό παράδειγμα των ΗΠΑ και των γνώριμων υπηρεσιών τους να αυξάνουν την επιρροή τους όχι μόνο μέσα από πολιτικές ή εκβιασμούς ή και τα όπλα, αλλά με οτιδήποτε μοιάζει φαινομενικά αθώο. Από τη μουσική – στη συγκεκριμένη περίπτωση την τζαζ – και τον κινηματογράφο και γενικότερα την εικόνα, μέχρι καταναλωτικές συνήθειες ή ακόμη και τη μόδα ή τα «ανθρώπινα δικαιώματα». Μία πολιτική που πλέον αποτελεί κλισέ, για τον έλεγχο των χωρών και τη χειραγώγηση των λαών τους, τον επεκτατισμό και τον έλεγχο της εξουσίας σε χώρες που θεωρούν ότι έχουν συμφέροντα, αποτελούν ζωτικό τους χώρο.

Το φιλμ καταγράφει τα αιματηρά αποτυπώματα της αποικιοκρατίας στην Αφρική, το ψυχροπολεμικό κλίμα της εποχής, την «περίεργη» δολοφονία του Λουμούμπα το 1961, τον Νικίτα Κρουτσόφ και τη χρησιμοποίηση της τζαζ και των μεγάλων ερμηνευτών της, που εν αγνοία τους έπαιξαν το παιχνίδι της CIA. Προσεγγίζει την απίστευτη Αντρέ Μπλουίν – σύμβουλο και συγγραφέα των ομιλιών του Λουμούμπα – μία ακτιβίστρια με αξιοσημείωτη προσφορά, ενώ προβάλλονται αποσπάσματα από διαφημίσεις, αναδεικνύοντας την προσφορά της γης του Κονγκό στην επιτυχία προϊόντων, που παράγουν πολυεθνικές εταιρείες.

Ένα ντοκιμαντέρ, που εξαντλεί την έρευνα, αλλά ποτέ δεν μένει στεγνά σε αυτή και δεν ξεπέφτει στον διδακτισμό, ένα αξιοθαύμαστο έργο από τον Γκριμονπρές, ο οποίος θεωρεί ότι η χώρα του, το Βέλγιο, είναι υπεύθυνη για τον επαίσχυντο ρόλο της σε αυτή τη θλιβερή ιστορία, μία απ’ τις πολλές που σημειώθηκαν σε όλο τον κόσμο με τη σιωπηλή ένοχη συμφωνία της πλειονότητας που ακολουθεί τις κυρίαρχες πολιτικές των υπερδυνάμεων.

Ένα φιλμ εντυπωσιακά ευρηματικό και ελεύθερο στη φόρμα του, που πάλλεται από μουσική, θα κερδίσει τον θεατή από την κινηματογραφική του ενέργεια και θα του ανοίξει τα μάτια, για όσα αποτρόπαια συνέβησαν και συμβαίνουν ακόμη και σήμερα σε αρκετές γωνιές της γης.

Δείτε το τρέιλερ:

 Σκιές στο Σκοτάδι

(“Black Bag“) Θρίλερ, αμερικάνικης παραγωγής του 2025, σε σκηνοθεσία Στίβεν Σόντερμπεργκ, με τους Μάικλ Φασμπέντερ, Κέιτ Μπλάνσετ, Μαρίσα Αμπέλα, Πιρς Μπρόσναν, Ρεγκέ -Ζαν Πέιτζ, Ναόμι Χάρις κα.

Με διαφορά μόλις δυο εβδομάδων, έπειτα από το ενδιαφέρον «Presence» κόστους 2 εκατομμυρίων δολαρίων, ο Στίβεν Σόντερμπεργκ, βγάζει τη φόρμα εργασίας ενός σκηνοθέτη, που του αρέσει να πειραματίζεται, να κάνει του κεφαλιού του και επιστρέφει σε μία πολυδάπανη χολιγουντιανή παραγωγή, φορώντας το κοστούμι ενός μάστορα που μπορεί να ικανοποιεί τα πρέπει του ψυχαγωγικού σινεμά. Κάτι, που μπορεί να κάνει ομολογουμένως με δεξιοτεχνία και αποτελεσματικά, όπως στη «Συμμορία των Έντεκα».

Έχοντας και πάλι στο σενάριο τον ικανό, πολυγραφότατο και με αρκετές επιτυχίες, Ντέιβιντ Κεπ, ο Σόντερμπεργκ θα στηριχτεί και θα αξιοποιήσει, όπως αρμόζει σε ένα κατασκοπικό αγωνιώδες θρίλερ, στο πρωταγωνιστικό ζευγάρι, την εύπλαστη και χαρισματική Κέιτ Μπλάνσετ και τον πάντα αξιόπιστο Μάικλ Φασμπέντερ, αλλά και τους δευτερεύοντες χαρακτήρες – από Μαρίσα Αμπέλα και Ναόμι Χάρις, μέχρι Τομ Μπεργκ και Πιρς Μπρόσναν.

Το στόρι ακολουθεί τον πράκτορα των μυστικών υπηρεσιών Τζορτζ Γουντχάουζ, έναν άξιο κατάσκοπο που δεν μπορεί να πει ψέματα και είναι πιστός στη χώρα του, ο οποίος είναι όμως παντρεμένος με μία, επίσης, θρυλική κατάσκοπο. Οι δυο τους μοιράζονται τη ζωή τους, το κρεβάτι τους, αλλά όχι και τις υποθέσεις τους. Όταν μία συσκευή, που θα μπορούσε να οδηγήσει σε εκατοντάδες χιλιάδες θανάτους αθώων, εξαφανίζεται, ο Τζορτζ έχει μόνο επτά ημέρες για να βρει τον προδότη που την έκλεψε. Μόνο που αυτή τη φορά ανάμεσα στους πέντε υπόπτους έχει προστεθεί και το όνομα της αγαπημένης συζύγου του Κάθριν και ο Τζορτζ θα πρέπει να αποφασίσει, ενώ ψάχνει να βρει την αλήθεια, αν θα παραμείνει πιστός στη χώρα του ή στη γυναίκα που αγαπά.

Ο Σόντερμπεργκ, έχοντας ένα καλογραμμένο αλλά αρκούντως συμβατικό στόρι μπροστά του, θα καταφέρει να δώσει τους καταιγιστικούς ρυθμούς για μια κατασκοπική ταινία, να κλιμακώσει το σασπένς και να εστιάσει έξυπνα την κάμερά του κυρίως στο πρωταγωνιστικό ζευγάρι, που έτσι κι αλλιώς είναι ελκυστικό και μπορεί να ανεβοκατεβάζει την ένταση της ταινίας, να αναδεικνύει τον αμφίσημο χαρακτήρα του. Και επειδή καταλαβαίνει και ο ίδιος ότι το σενάριο έχει ένα ταβάνι, που δύσκολα μπορεί να ξεπεράσει, τονώνει και το ερωτικό στοιχείο της σχέσης του ζευγαριού, προσδίδοντας μάλιστα και μια αίσθηση μυστηρίου.

Ωστόσο, ακόμη και ο Σόντερμπεργκ, δύσκολα μπορεί να παρακάμψει το παράδοξο (ένα ζευγάρι κατασκόπων) αλλά χρήσιμο και ιντριγκαδόρικο κινηματογραφικά στόρι και τα άλματα λογικής για να κάνει πειστική την αφήγησή του. Έτσι, αναγκαστικά θα υποκύψει και στα καλοφινιρισμένα κλισέ και στις συμβάσεις, που θα τον διευκολύνουν, αλλά ταυτόχρονα θα υποβαθμίσουν και το τελικό αποτέλεσμα.

Παρά ταύτα, το φιλμ θα τηρήσει τις υποσχέσεις που δίνει για ένα καθαρά ψυχαγωγικό χολιγουντιανό σινεμά, που θα κρατήσει το ενδιαφέρον του κοινού μέχρι τέλους, χωρίς περαιτέρω αξιώσεις.

Με λίγα λόγια… Όταν η κατάσκοπος Κάθριν Γούντχαους θεωρείται ύποπτη για προδοσία κατά της χώρας, ο σύζυγός της -επίσης θρυλικός πράκτορας- έρχεται αντιμέτωπος με τη μεγαλύτερη δοκιμασία: να παραμείνει πιστός στον γάμο του ή στην πατρίδα του.

Δείτε το τρέιλερ:

Άγριες Πληγές

(“Caught by the Tides”) Αισθηματικό δράμα, κινέζικης παραγωγής του 2024, σε σκηνοθεσία Ζία Ζανγκ-Κε, με τους Ζάο Τάο, Λι Ζουμπίν, Παν Γιανλίν κα.

Ακαταπόνητος αφηγητής της πρόσφατης κινεζικής ιστορίας και ένας από τους σημαντικότερους σκηνοθέτες του σύγχρονου ασιατικού σινεμά, ο Ζία Ζάνγ-Κε συνοψίζει το μέχρι τώρα έργο του με αυτή την υβριδική ταινία του – κυρίως ντοκιμαντέρ και στοιχειώδης μυθοπλασία – έχοντας τους δυο ήρωές του και την τεράστια χώρα του να πλήττονται από το πέρασμα του χρόνου και της ιλιγγιώδους ανάπτυξης.

Ο Ζία Ζανγκ-Κε, κατά τη διάρκεια 30 χρόνων πορείας του στον κινηματογράφο – θα μπορούσε να χαρακτηριστεί και ο ανατόμος της κινεζικής σύγχρονης ιστορίας – με αυτή του την ταινία, που προβλήθηκε στο διαγωνιστικό τμήμα του φεστιβάλ Καννών, φτάνει στα άκρα την οπτική του για το σινεμά, που κινείται στα όρια ενός ντοκιμαντέρ (μονταρισμένες σκηνές και πλάνα από δικές του ταινίες) και μιας υποτυπώδους δράσης. Μιας φευγαλέας ιστορίας αγάπης, που ορισμένες φορές εξαντλεί τον θεατή, αλλά δεν χάνει ποτέ την ευαισθησία της και την τέχνη του να στήνει σκηνές ονειρικές, απ’ αυτές που έχουν κάθε δικαίωμα να μπουν στο ανθολόγιο της 7ης Τέχνης.

Η ιστορία ξεκινά στην αλλαγή της χιλιετίας, στην ανακοίνωση ότι οι Ολυμπιακοί Αγώνες του 2008 θα γίνουν στο Πεκίνο, στις μέρες της αισιοδοξίας και της χαράς. Η ηρωίδα, η Κιάο, ερωτεύεται τον Μπιν, όμως εκείνος αποφασίζει να φύγει από την πόλη αναζητώντας καλύτερη τύχη. Η μοναχική Κιάο θα περάσει τα επόμενα χρόνια αναζητώντας τον, καταφέρνοντας να τον συναντήσει στην εποχή της πανδημίας. Με τα χρόνια να τους έχουν πλέον σημαδέψει, είναι φανερό ότι ο χρόνος έχει χαθεί, μαζί και η ζωή τους.

Ο Ζανγκ-Κε έχει ορισμένες εξαιρετικές ιδέες και δημιουργικές αφηγηματικές εμπνεύσεις, όπως η σεκάνς με το μελαγχολικό αλλά σπάνιας ομορφιάς φλερτ της ηρωίδας με ένα ρομποτάκι σε σούπερ μάρκετ. Παραμένει τρυφερός, λιτός και καλοπροαίρετα κριτικός για τον αυταρχισμό και τις οικονομικές ανισότητες ή τη διαφθορά που έχει εισβάλει στη χώρα του. Ωστόσο, ορισμένες φορές χάνει το μέτρο και την αίσθηση του χρόνου, αφήνοντας την ταινία του να απλώνεται σε μάκρος.

Είναι όμως τόσο ιδιαίτερη και διαπεραστική η ματιά του σκηνοθέτη, που δύσκολα θα αφήσει κάποιον ασυγκίνητο, όπως και η ερμηνεία της Τάο Ζάο, μούσας και καλλιτεχνικής συνοδοιπόρου του Ζανγκ-Κε, που αποκτά ένα αδιόρατο γνήσιο κινηματογραφικό παρελθόν.

Με λίγα λόγια… Το 2001 η Κιάο συνάπτει ερωτική σχέση με τον Γκουάο. Όταν ο τελευταίος φεύγει ξαφνικά για άλλη επαρχία, αφήνοντας πίσω του σημείωμα ότι θα επιστρέψει να την πάρει όταν βγάλει αρκετά χρήματα, η Κιάο αποφασίζει να τον αναζητήσει.

Δείτε το τρέιλερ:

Προβάλλονται ακόμη οι ταινίες:

Γιάννης Θεοδωράκης: «Ναι… μπορούμε και πάλι να ελπίζουμε»

Βιογραφικό ντοκιμαντέρ του Αντώνη Διαμαντή, ελληνικής παραγωγής του 2023, για τον Γιάννη Θεοδωράκη, που έμεινε στη σκιά του διάσημου αδελφού του Μίκη Θεοδωράκη, με τη σεμνότητα ενός γνήσιου αγωνιστή, ενός ανθρώπου του πνεύματος, μίας σπουδαίας προσωπικότητας. Σε αφήγηση Ανδρέα Κωνσταντίνου, το φιλμ επιχειρεί να δώσει την ιστορική θέση που αρμόζει στον Γιάννη Θεοδωράκη, μέσα από έρευνα σε βάθος, συνεντεύξεις, μαρτυρίες ανθρώπων που έζησαν, δούλεψαν και αγάπησαν αυτό τον αυθεντικό αγωνιστή της δημοκρατίας, τον δημοσιογράφο, ποιητή και λογοτέχνη. Το ντοκιμαντέρ περιέχει ανέκδοτα ιστορικά γεγονότα και άγνωστες στιγμές της ζωής του. Τη σχέση του με την οικογένειά του, τους φίλους, τους συναγωνιστές του και φυσικά εκείνης με τον αδελφό του, Μίκη Θεοδωράκη.

Δείτε το τρέιλερ:

Superwings: Η Ταινία

(“Super Wings the Movie: Maximum Speed“) Νοτιοκορεάτικο παιδικό animation του 2023, που έχει κάνει τεράστια επιτυχία ως τηλεοπτική σειρά σε περισσότερες από 150 χώρες και μεταφέρθηκε στη μεγάλη οθόνη από τον Τσάο Φενγκ. Επιστημονική φαντασία, χαριτωμένες περιπέτειες και μηνύματα για τη φιλία και το θάρρος, σε ένα φιλμ που προβάλλεται μεταγλωττισμένο στα ελληνικά.

Δείτε το τρέιλερ:

Πηγή: ΑΠΕ-ΜΠΕ

 

Αναπαραγωγή άρθου από εδώ

Related Articles

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Back to top button